Κατά καιρούς έχουν υπάρξει πολλοί προπονητές που έχουν διχάσει τον κόσμο – όλοι οι πολυσυζητημένοι έχουν γράψει την ιστορία του ποδοσφαίρου έχοντας συμμετοχή σε μεγάλες επιτυχίες και αφόρητες αποτυχίες. Ο Τραπατόνι, ο Αντσελότι, ο Φαν Γκαάλ, ο Μπενίτεθ, σίγουρα ο Μουρίνιο, για να σταθώ σε κάποιους τωρινούς, «σταυρώθηκαν» από την κριτική για πολλούς και διάφορους λόγους, ο βασικότερος εκ των οποίων ήταν ότι δεν εξελίχτηκαν: βοήθησαν το σπορ, υπογράφοντας εποποιΐες και συγχρόνως το πρόδωσαν, συνήθως αδυνατώντας να παρουσιάσουν ομάδες θεαματικές, όταν αυτό τους ζητήθηκε. Ο μόνος που έχει διχάσει το κοινό, μολονότι διαρκώς κερδίζει με ομάδες που παίζουν ωραίο ποδόσφαιρο είναι ο Πεπ Γκουαρντιόλα. Οσοι τον κατηγορούν, τον κατηγορούν όχι γιατί δεν κερδίζει, αλλά γιατί δεν κερδίζει τα πάντα!
Αλλαγή κάποιων αντιλήψεων
Φέτος, μετά τη χθεσινή νίκη της Σίτυ επί της Γιουνάιτεντ στο ντέρμπι της πόλης του Μάντσεστερ, είναι πιθανό ο Πεπ να κατακτήσει τρεις τίτλους, δηλαδή τα δυο κύπελλα Αγγλίας και το πρωτάθλημα (με ένα επιβλητικό και καθόλου τυχαίο back to back). Κι όμως πολλοί μετά τον αποκλεισμό της ομάδας του από την Τότεναμ στο Τσάμπιονς λιγκ αρνούνται να δεχτούν το πασιφανές, ότι δηλαδή έχουμε μπροστά μας πιθανότατα τον πιο επιδραστικό και τον πιο σπουδαίο προπονητή της εποχής μας. Λες και το Τσάμπιονς λιγκ και η κατάκτησή του είναι το μοναδικό σοβαρό κριτήριο για να κριθεί κάποιος. Το Τσάμπιονς λιγκ, που το χει κερδίσει ο Ντι Ματέο, σημειωτέων…
Κάποτε οι ίδιοι έκαναν κριτική στον Πεπ αυστηρά και αποκλειστικά για το παιγνίδι της Μπαρτσελόνα. Δεν τους άρεσε η υπερβολική κατοχή μπάλας, οι ασταμάτητες πάσες, το «τίκι τάκα» κι ας ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικό. Τον τελευταίο καιρό η Σίτυ δεν παίζει ακριβώς έτσι. Κάνει πάντα κατοχή μπάλας (όπως κάνουν όλες οι ομάδες που θέλουν να παίρνουν την πρωτοβουλία των κινήσεων στην διάρκεια ενός αγώνα), αλλά δεν αλλάζει τις πάσες που άλλαζαν τον καιρό του Πεπ η Μπάρτσα, αλλά και η Μπάγερν. Σε σχέση με τις ομάδες αυτές η Σίτυ έχει παίκτες που παίρνουν περισσότερες πρωτοβουλίες εκτέλεσης, χωρίς να ψάχνουν πάντα τον συμπαίκτη, ενώ παίζει και πολύ πιο γρήγορα στις αντεπιθέσεις – τα δυο γκολ που πέτυχε χθες κόντρα στην Γιουνάιτεντ είναι ενδεικτικά της αλλαγής κάποιων αντιλήψεων του Πεπ. Όμως αμφιβάλω αν κι αυτές οι αλλαγές, που μαρτυρούν, αν μη τι άλλο, εξέλιξη και πρόοδο, θα εκτιμηθούν: ο Γκουαρντιόλα θα συνεχίσει να θεωρείται από τους πολέμιούς του λιγότερο σημαντικός από όσο πραγματικά είναι, μόνο και μόνο γιατί και φέτος δεν κέρδισε το Τσάμπιονς λιγκ. Λες και δουλεύει σε κάποια ομάδα που έχει συλλογή από ευρωπαϊκά τρόπαια στην τροπαιοθήκη της…
Χωρίς να εντυπωσιάσει
Αυτή η τελευταία εβδομάδα υπήρξε για τον προπονητή της Σίτυ πραγματικά μεγάλη, διότι αποτελεί απόδειξη ότι η εμπειρία του και η ικανότητα του στη διαχείριση των παικτών, αποτελούν όπλα που του επιτρέπουν να ξεπεράσει και τεράστια στραπάτσα. Η Σίτυ είναι αυτό τον καιρό η περισσότερο φορτωμένη με ματς ομάδα στην Ευρώπη καθώς από τη στιγμή που κυνηγούσε τέσσερα τρόπαια αγωνιζόταν διαρκώς Σάββατο – Τετάρτη – Κυριακή από τον Ιανουάριο και μετά. Η τύχη της ήταν ότι και στο Λιγκ Καπ και στο κύπελλο Αγγλίας δεν είχε πολλούς μεγάλους αντιπάλους, αλλά το ξόδεμα της ενέργειας ήταν ασταμάτητο. Ο αποκλεισμός από την Τότεναμ ήρθε μετά από δυο ματς στα οποία η στρατηγική του Πεπ ήταν ολότελα διαφορετική. Η Σίτυ έπαιξε το αγαπημένο της τον τελευταίο καιρό κοντρόλ ποδόσφαιρο στο Λονδίνο (δηλαδή ένα παιγνίδι με μετρημένα ρίσκα) κι έχασε με 1-0 διότι ο Αγκουέρο αστόχησε σε ένα πέναλτι. Στη ρεβάνς «άνοιξε» το ματς, γιατί ο Πεπ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα ήταν προτιμότερο για την ομάδα του να τρέξει κι έπαιξε για να κερδίσει με δυο γκολ διαφορά κι όχι για να κρατήσει το μηδέν στην άμυνα.
Δεν τα κατάφερε, καθώς συνωμότησαν εναντίον της Θεοί και δαίμονες, όμως ήταν εντυπωσιακή και στα δυο παιγνίδια η προσαρμογή των ποδοσφαιριστών στα θέλω του προπονητή: ο Γκουαρντιόλα, μολονότι η ομάδα του αποκλείστηκε, έδειξε ότι την Σίτυ του την ελέγχει απόλυτα γιατί είναι 100% δική του – δεν ξέρω πολλούς προπονητές που θα μπορούσαν αυτό να το ισχυριστούν. Μετά τον αποκλεισμό, η Σίτυ όχι μόνο δεν κατέρρευσε, αλλά στάθηκε στα πόδια της για να κερδίσει την Τότεναμ και την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε δυο ματς που επί της ουσίας είχε κάτι να χάσει μόνο αυτή – μιλάμε για ένα ολόκληρο πρωτάθλημα.
Ο Γκουαρντιόλα πήρε και τα δυο παιγνίδια χωρίς η ομάδα του να εντυπωσιάσει: τα κέρδισε με απλή εφαρμογή των δεδομένων του παιγνιδιού της, δηλαδή παίζοντας ένα συγκεκριμένο, παραγωγικό και αποτελεσματικό ποδόσφαιρο. Σε κανένα από τα ματς αυτά δεν ήταν πλήρης και κανένα από αυτά τα παιγνίδια της δεν ήταν το καλύτερό της στη χρονιά: αυτά ωστόσο είναι που μαρτυρούν την μεγάλη επίδραση του προπονητή στο παιγνίδι της. Όταν μια ομάδα τρέχει και είναι σε φόρμα, ο προπονητής της, όποιος κι αν είναι, μοιάζει σπουδαίος.
Αλλά η πραγματική προσφορά του προπονητή φαίνεται όταν τα πράγματα δεν είναι τέλεια: τότε καταλαβαίνεις ποιος μπορεί να πείσει τους παίκτες του να δώσουν κάτι παραπάνω, ποιος κάτι έχει διδάξει, ποιος έχει δουλέψει τόσο καλά στη νοοτροπία, ώστε η ομάδα του να σηκωθεί, ακριβώς τη στιγμή που έμοιαζε έτοιμη να πέσει νοκ άουτ. Κάθε ομάδα του Γκουαρντιόλα που θυμάμαι είχε κυρίως αυτή την ικανότητα: επέστρεφε και κέρδιζε ακόμα κι όταν όλοι πίστευαν ότι τελείωσε. Γιατί μπορούσε να κρατηθεί ζωντανή χάρη στο σημαντικότερο χαρακτηριστικό της: το πάντα οργανωμένο επιθετικό παιγνίδι της.
Οσο μπορεί φτάνει
Κάποιος θα αντιτάξει ότι ο Πεπ έχει κατά καιρούς αδικήσει σπουδαίους παίκτες (π.χ τον Ιμπραϊμοβιτς), ότι δυσκολεύεται να κάνει τον προγραμματισμό της σεζόν με τρόπο που να επιτρέπει στις ομάδες του να τρέχουν στο τέλος, ότι σπάνια κάνει από τον πάγκο στρατηγικές παρεμβάσεις, ότι αγαπάει τις αλλαγές στο 89΄, αυτές που γίνονται απλά για να κερδίσει η ομάδα του λίγο χρόνο. Κάποιος μπορεί να έχει ενστάσεις για το γεγονός ότι παίζει καμιά φορά με ένα και μόνο κόφτη ή να επισημάνει ότι παρουσιάζει σε κρίσιμα ματς light ενδεκάδες – τα ακούω όλα και σε πολλά δεν διαφωνώ. Αλλά είναι μικρά, ασήμαντα ελαττώματα ενός προπονητή που συνδυάζει τα αποτελέσματα με το καλό ποδόσφαιρο: οι ομάδες του Πεπ δεν κλέβουν – κερδίζουν μόνο όταν είναι καλύτερες. Ο προπονητής τους αυτό και μόνο προσπαθεί: πως θα είναι, ακόμα και στην μέτρια βραδιά τους, καλύτερες από τον αντίπαλο. Οποιος δεν το αναγνωρίζει τον αδικεί.
Ο Πεπ έζησε τη δική του μεγάλη εβδομάδα με τον τρόπο του: ούτε «σταυρώθηκε», ούτε «αναστήθηκε» – το πρωτάθλημα ακόμα δεν το κέρδισε. Αλλά κράτησε ζωντανή την ομάδα του, χωρίς ίχνος πανικού μετά τον αποκλεισμό στο Τσάμπιονς λιγκ. Θυμίζοντας της τι πρέπει να κάνει. Θυμίζοντας της δηλαδή ότι για να κερδίσει πρέπει να παίξει όσο μπορεί καλύτερα. Το «όσο μπορεί», στην περίπτωσή της, φτάνει.