Για τους ουδέτερους το ματς της Βραζιλίας με το Βέλγιο ήταν αυτό που είπε ο Τιτί, ο ομοσπονδιακός προπονητής της Σελεσάο: μια πραγματική διαφήμιση για το ποδόσφαιρο. Για τους Βέλγους ήταν ένας αληθινός θρίαμβος – ίσως η μεγαλύτερη νίκη στην ιστορία του ποδοσφαίρου τους που μεγάλη δεν είναι. Για τους Βραζιλιάνους, από την άλλη, είναι μια καταστροφή – μια ακόμη.
Οι καταραμένες λεπτομέρειες
Κάποιος μπορεί να δει ψύχραιμα το παιγνίδι και να μιλήσει για τις περίφημες λεπτομέρειες, που σε αυτό το επίπεδο κάνουν πάντα τη διαφορά. Η Βραζιλία ξεκινά με δυο μεγάλες ευκαιρίες, που προκύπτουν από χτυπήματα κόρνερ και σαν η μοίρα να της κάνει πλάκα βρίσκεται πίσω στο σκορ μετά το πρώτο κόρνερ που εκτελούν οι Βέλγοι – χάνει με 1-0 από ένα αυτογκόλ του Φερναντίνιο. Στη συνέχεια οι Βέλγοι δείχνουν στους κενούς χώρους όλη τους την επιθετική ποιότητα με τον Αζάρ να χορεύει με τη μπάλα στα πόδια, τον Λουκάκου να τρομοκρατεί τον Μιράντα και τον Ντε Μπρόιν να παίζει εξαιρετικά σαν έξω δεξιά – σε μια θέση που είχε να αγωνιστεί χρόνια. Το δεύτερο γκολ των Βέλγων, αποτέλεσμα μιας καταπληκτικής επιτάχυνσης του Λουκάκου και ενός υπέροχα ζυγισμένου σουτ του Ντε Μπρόιν δικαιολογεί από μόνο του όλα τα καλά λόγια που λέγονται εδώ και χρόνια για την εξαιρετική αυτή ομάδα, που είχε χθες στον πάγκο παίκτες όπως ο Καράσκο, ο Μέρτενς, ο Ντεμπελέ, ο Γιανουζάι, ο Μπατζουαγί, που σε άλλες Εθνικές θα ήταν βασικοί και αναντικατάστατοι. Η επιδερμική ανάγνωση της ιστορίας του αποκλεισμού των Βραζιλιάνων κλείνει με την επισήμανση της αντίδρασής τους στο δεύτερο ημίχρονο: οι τρεις αλλαγές του Τιτί, ο Ντούγκλας Κόστα, ο Φιρμίνο και ο Ρενάτο Αουγκόστο, ξυπνάνε τη Σελεσάο που μειώνει μεν, πλην όμως πέφτει θύμα ενός τεράστιου τερματοφύλακα: ο Τιμπό Κουρτουά, που αν είχε μουστάκι θα ήταν ίδιος ο στρατηγός Ντε Γκολ, εξελίσσεται σε ήρωα του ματς και στο 94΄ειδικά κάνει την επέμβαση του αγώνα στο μοναδικό ίσως καλό σουτ του Νεϊμάρ.
Η Βραζιλία μπορεί να επικαλεστεί ατυχία και να ισχυριστεί ότι αποκλείστηκε από ένα μεγάλο τερματοφύλακα, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Στην πραγματικότητα πίεσε στο τέλος με όπλο την καρδιά της, αλλά η αντίδρασή της βασίστηκε απλά στην ανάγκη της επιβίωσης: το παιγνίδι της δεν ήταν οργανωμένο, οι επιθετικοί της παίκτες που ξεκίνησαν το ματς (Νεϊμάρ, Ζεσούς και Γουίλιαν) δεν βοήθησαν, το ρίσκο ήταν μικρό αφού οι αντεπιθέσεις του Αζάρ (και η ανάμνηση του κάζου από τη Γερμανία) δημιουργούσαν φόβους. Η Βραζιλία δεν αποκλείστηκε από μια ομάδα χειρότερή της, αλλά από μια ομάδα που αφού προηγήθηκε με 2-0 της άφησε τη μπάλα και αμύνθηκε, γνωρίζοντας μάλιστα ότι έχει ένα εξαιρετικό τερματοφύλακα. Οσο κι αν ακούγεται παράξενο οι Βέλγοι πέρασαν χωρίς ούτε καν να ανεβάσουν ταχύτητα – έκαναν απλά τα απαραίτητα. Που να έπαιζαν και καλά…
Μια ριζική αναθεώρηση
Το πρόβλημα της Βραζιλίας δεν είναι το χθεσινό ματς – ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι αυτό είχε μια άλλη έκβαση το επόμενο με τους Γάλλους θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο. Η Σελεσάο, πολύ φοβάμαι πως έχει οδηγηθεί σε ένα απόλυτο αδιέξοδο – που είναι, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, κυρίως ιδεολογικό: έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο που θέλει να παίξει. Για να κερδίσει το παγκόσμιο κύπελλο, μετά το 1970, η Βραζιλία χρειάστηκε είκοσι τέσσερα ολόκληρα χρόνια, αλλά και μια ριζική αναθεώρηση των ποδοσφαιρικών αρχών της, που ήρθε σιγά σιγά. Η Βραζιλία του 1986, μπορεί να είχε όπως το 1982 τον Τέλε Σαντάνα στον πάγκο, ήταν όμως πιο μαζεμένη, πιο προσεχτική, πιο φοβισμένη, μετά το κάζο από τους Ιταλούς τέσσερα χρόνια πριν. Η Βραζιλία του Λαζαρόνι το 1990 ήταν η πρώτη αληθινά ευρωπαϊκή Βραζιλία, μια ομάδα που δούλευε μεθοδικά για τον φορ της, τον μεγάλο Καρέκα, και κέρδιζε τα ματς με 1-0: οι Αργεντίνοι της έδειξαν ότι με την σκληράδα τους και το Μαραντόνα αυτοί αυτό μπορεί να το κάνουν πιο εύκολα.
Η Βραζιλία που κέρδισε το παγκόσμιο κύπελλο του 1994, παίζοντας χάρη στη FIFA, στη δροσούλα της δυτικής αμερικανικής ακτής ενώ οι Ευρωπαίοι πέθαιναν στην υγρασία και στο λιοπύρι, ήταν η απόλυτα ευρωπαϊκή ομάδα: δεν ήταν γρήγορη, αλλά γέμιζε το γήπεδο, δεν ήταν σκληρή, αλλά ήξερε να παίζει άμυνα, δεν ήταν θεαματική, αλλά ο Μπεμπέτο και ο Ρομάριο καθάριζαν. Αυτή η ευρωπαϊκή της μεταμόρφωση της έδωσε ένα ακόμα τίτλο το 2002 – τότε, η ομάδα του Σκολάρι, βσισμένη σε ένα γκρουπ παικτών θα μπορούσαν να χουν βγει πρωταθλητές και στη Γαλλία το 1998, είχε επιπρόσθετα, εκτός από ευρωπαϊκό σασί, και τις λύσεις που έδωσε το ταλέντο κάποιων σπουδαίων παικτών (όχι μόνο του Ριβάλντο, του Ροναλντίνιο και του Ρονάλντο, αλλά και του Ρομπέρτο Κάρλος και του Καφού). Μόνο που οι Βραζιλιάνοι, αντί να καταλάβουν ότι τη διαφορά την έκανε τότε το ταλέντο των ηρώων τους, πίστεψαν ότι το μυστικό τους ήταν ότι έμαθαν επιτέλους ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο – πράγμα που είναι μεν αλήθεια, αλλά δεν σημαίνει και τίποτα. Η μάλλον σημαίνει πως οι Βραζιλιάνοι θα βαρεθούν να παρακολουθούν να σηκώνουν κούπες όσους το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο το ξέρουν καλύτερα: από το 2002 και μετά οι Ευρωπαίοι δεν κάνουν άλλο.
Βλέπουν Τσάμπιονς λιγκ
Οι Βραζιλιάνοι πιστεύουν ότι το μόνο ποδόσφαιρο που κερδίζει είναι αυτό που παίζουν οι καλοί Ευρωπαίοι– με αυτή τη λογική χάνουν πριν το ματς αρχίσει. Από το 2006 και μετά η μόνη ευρωπαϊκή ομάδα που έχουν κερδίσει είναι η Κροατία στη φάση των ομίλων! Όταν οι Βραζιλιάνοι συμπλήρωσαν είκοσι χρόνια χωρίς παγκόσμιο τίτλο βρήκαν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο του Περέιρα, του Σκολάρι, του Ντούνγκα, ως λύση. Τώρα απορώ ποια θα είναι η ανάλυσή τους και ποιο το επόμενο βήμα τους: σας έχω ξαναγράψει ότι το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο τους έχει κατακτήσει απόλυτα. Βλέπουν Τσάμπιονς λιγκ και θαυμάζουν την Ρεάλ και την Μπάγερν, οι δικές τους ομάδες τους φαίνονται φτωχές και χωρίς ταλέντο και για αυτό συνήθως αγωνίζονται μπροστά σε άδειες εξέδρες, οι ταλαντούχοι παίκτες τους φεύγουν τόσο μικροί ώστε αισθάνονται πιο άνετα στην Αγγλία ή στην Ισπανία, κι όταν φτάνουν σε νοκ άουτ ματς με τους Ευρωπαίους τρομάζουν συνειδητοποιώντας πόσο καλύτερα παίζουν οι άλλοι – πριν από τέσσερα χρόνια τους άκουγα στην τηλεόραση να λένε ότι το Βέλγιο έχει δυο Σόκρατες, τον Φελαϊνί και τον Βίτσελ – εγώ γελούσα, αυτοί όχι.
Φέτος επειδή θυμήθηκαν ότι το ποδόσφαιρο τους στηριζόταν και στο ατομικό ταλέντο, έπεσαν όλοι πάνω στο Νεϊμάρ διαλέγοντας το λάθος άνθρωπο – αλλά αυτό είναι ένα άλλο κομμάτι που θα το γράψω προσεχώς. Για την ώρα αποχαιρετώντας την Βραζιλία, λέω ότι ήταν βελτιωμένη και προσεχτική αλλά και ότι πάλι έπαιζε αμήχανα: σαν κομμάτι να ντρεπόταν για το ποδόσφαιρο που μας έδειξε. «Η μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας» είναι ο ορισμός της τραγωδίας από τον Aριστοτέλη – η μίμηση έχει κόστος δυσβάσταχτο.
Η ζωή χωρίς τον Καζεμίρο
Η Βραζιλία αποκλείστηκε γιατί στο κρίσιμο ματς δεν είχε τον καλύτερο παίκτη της στο τουρνουά: τον κυματοθραύστη Καζεμίρο. Αλλά αυτό και μόνο δείχνει γιατί οι πιθανότητες της να πάρει το κύπελλο ήταν εντέλει μικρές. Ο καλός Καζεμίρο, ένας κόφτης ούτε καν πολυτελείας, δεν μπορεί να είναι ο καλύτερος μιας ομάδας τη φανέλα της οποίας έχουν φορέσει ο Πελέ, ο Ζίκο, ο Ρομάριο, ο Ροναλντίνιο, ο Ρονάλντο, ο Ριβάλντο και ο Κακά. Και φυσικά δεν υπάρχει σοβαρή ευρωπαϊκή ομάδα που σε ένα κρίσιμο ματς δεν θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον κόφτη της. Κι ας μην έχει δυο Σόκρατες, όπως το Βέλγιο…