Αν ψάχνετε έναν ποδοσφαιριστή που να μπορεί να σας (υπο)στηρίξει με θέρμη τη φράση “ουδείς προφήτης στον τόπο του”, τότε σταματήστε ευθύς αμέσως την αναζήτηση γιατί έχουμε βρει τον άνθρωπό σας. Ο Μικέλε Ντι Πιέντι, βέρος Σικελός, 35άρης πλέον, δεν βρήκε την αποδοχή και τη ζεσταστιά που έψαχνε από τους συμπατριώτες του χτυπώντας κατά καιρούς διάφορες πόρτες ποδοσφαιρικών ομάδων που όμως έμειναν ερμητικές κλειστές όμως ούτε το έβαλε κάτω ούτε “πείστηκε” έστω για ένα δευτερόλεπτο πως έπρεπε να τα παρατήσει. Αντίθετα, μέσα από αρκετές αρνήσεις έχτισε μία ισχυρή προσωπικότητα, έφτιαξε τη δική του ποδοσφαιρική κοσμοθεωρία σύμφωνα με την οποία ΕΠΡΕΠΕ να γυρίσει τον κόσμο πριν αποφασίσει κάποια στιγμή να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια και έφτασε πλέον, εν έτει 2016, να αναγνωρίζεται από ανθρώπους του χώρου ως ο Ιταλός που γκρέμισε τα τείχη και έσπασε όλα τα ρεκόρ.
Αν δεν το ξέρετε, ήρθε η ώρα να το μάθετε: ο Μικέλε Ντι Πιέντι δεν είναι ένας από τους κλασικούς γυρολόγους ή λεγεωνάριους που έχουμε μπουχτίσει να ακούμε αλλά ένας απίστευτος ρέκορντμαν και μπόμπερ των γηπέδων! Είναι ο ποδοσφαιριστής που έχει ήδη φορέσει τη φανέλα 27 διαφορετικών ομάδων, και ο οποίος έχει σκοράρει σε επτά διαφορετικές χώρες -Ιταλία, Αγγλία, Κύπρο, Λιθουανία, Μιανμάρ, Βενεζουέλα, Γιβραλτάρ- και σε 3 διαφορετικές ηπείρους (Ευρώπη, Ασία και (Νότια) Αμερική)! Έχει δε να (σου) διηγηθεί μία ιστορία που κόβει την ανάσα και η οποία είναι γεμάτη από ρεκόρ, χαρές, προκλήσεις, απογοητεύσεις, τραυματισμούς και γκολ! Ας τον… ακούσουμε λοιπόν!
Ο Μικέλε Ντι Πιέντι γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1980 στην Τζίζα του Παλέρμο, η πρώτη ομάδα στην οποία έπαιξε ποτέ ποδόσφαιρο ήταν η Πανόρμους και μετά από την κατάκτηση ενός “Campionato di Eccellenza” (πρωτάθλημα ερασιτεχνών) με τη φανέλα της Σιρακούζα, το 1998 πέρασε το πρώτο σημαντικό “τρένο” για αυτόν. Ο Τζανκάρλο Αντονιόνι τον εντόπισε και “αποκτήθηκα από την Φιορεντίνα που για μένα είχε και έχει ένα από τα καλύτερα τμήματα υποδομής στην Ιταλία. Έπαιζα στην Primavera (Πρωτάθλημα Νέων) είχα πάρει μέρος στο φημισμένο τουρνουά του Βιαρέτζο, είχα πετύχει μερικά γκολ και μύριζα την πρώτη ομάδα. Τότε στη Φιορεντίνα υπήρχε ο Τραπατόνι και άλλοι κολοσσοί του παγκοσμίου ποδοσφαίρου όπως ο Μπατιστούτα, ο Ρουί Κόστα, ο Εντμούντο”.
OI ΑΓΓΛΟΙ ΤΟΝ… ΞΕΛΟΓΙΑΣΑΝ ΣΤΑ 20 ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Δεν έμεινε όμως για πολύ καιρό στην Φλωρεντία καθώς το 1999 ήρθε πρόταση από την Περούτζα. “Πήγα στην ομάδα του μυθικού Κάρλο Ματσόνε και εκεί γνώρισα τον μεγάλο μου φίλο και αρχηγό, παλερμιτανο όπως εγώ, τον Τζοβάνι Τεντέσκο. Σε εκείνη την ομάδα υπήρχαν επίσης οι Μάρκο Ματεράτσι και Χιντετόσι Νακάτα. Σύντομα όμως ο αθλητικός διευθυντής Πιερόνι μαζί με τον ιδιοκτήτη του συλλόγου Γκαούτσι σκέφτηκαν να με πουλήσουν στην Σέφιλντ Γουένσντεϊ που με είχε προσέξει σε ένα παιχνίδι με την εθνική ομάδα στην Σουηδία”. Ήταν το καλοκαίρι του 2000, εκείνος δεν είχε κλείσει καν τα 20 του χρόνια, παρόλα αυτά η πρώτη δοκιμασία εκτός Ιταλίας τον ιντρίγκαρε σε μέγιστο βαθμό, μαζί φυσικά και με το γεγονός ότι οι Άγγλοι τον πίστεψαν τόσο που υπέγραψαν μαζί του τετραετές συμβόλαιο.
Οι αναμνήσεις του από τις “κουκουβάγιες” και το αγγλικό πρωτάθλημα δεν θα μπορούσαν να ήταν καλύτερες. “Όταν πήγα στην ομάδα βρήκα τον Πάολο Ντι Κάνιο, τον Μπένι Καρμπόνε, τον πρώην άσο της Σαμπντόρια Ντες Γουόκερ αλλά και έναν παίκτη από τον οποίο έμαθα πάρα πολλά και ο οποίος με εντυπωσίασε με την ταπεινότητα και τον ισχυρό του χαρακτήρα, ο πρώην της Ίντερ Βιμ Γιονκ. Το αγγλικό ποδόσφαιρο με έπλασε με κάθε τρόπο και για μένα εκεί παίζεται το ωραιότερο ποδόσφαιρο στον κόσμο. Ένιωθα πολύ όμορφα και εκεί απέκτησα την νοοτροπία και τη θέληση να εξερευνήσω και άλλες χώρες.
Επιπλεον αυτό που εισπράττεις από τους Άγγλους φανς δεν θα το βρεις σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, χωρίς να προσμετρώ την ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι οπαδοί μας στο τοπικό ντέρμπι με την Σέφιλντ Γιουνάιτεντ. Εμένα με αγαπούσαν μάλιστα τόσο που η φανέλα με το όνομά μου ήταν εκείνη με τις περισσότερες πωλήσεις”. Στη Γουένσντεϊ πέρασε δύο χρόνια που δεν θα ξεχάσει ποτέ ενώ μέσα σε εκείνη την περίοδο του δόθηκε η ευκαιρία για το ακόμα μεγαλύτερο βήμα, με τον ίδιο όμως να αποκαλύπτει: “Είχε δείξει ενδιαφέρον η Τότεναμ ενώ ο τότε μάνατζέρ μου με είχε ενημερώσει πως, την ίδια στιγμή, με ήθελε και η Σαμπντόρια. Εγώ περίμενα πάρα πολύ τους Λονδρέζους και ξαφνικά βρέθηκα χωρίς ομάδα”.
ΑΚΟΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΕΛ
Η καριέρα όμως του Ντι Πιέντι είχε και τραυματισμούς και ένας από αυτούς τον “χτύπησε” στο φινάλε της δεύτερης χρονιάς του στη Σέφιλντ, με αποτέλεσμα το καλοκαίρι του 2002 να παραχωρηθεί ως δανεικός στην νορβηγική Οντ Γκρένλαντ. Εκει, αν και δεν σκόραρε, πανηγύρισε ένα Κύπελλο Νορβηγίας και μετά από μία μίνι περιπλάνησή του σε Αγγλία και Ιταλία “ανακάλυψε” την Κύπρο το 2004. Το ξεκίνημά του με τη φανέλα του ΑΠΟΕΛ ήταν εκπληκτικό μετρώντας 3 γκολ σε 6 εμφανίσεις και κατακτώντας και το Σούπερ Καπ απέναντι στην ΑΕΚ (5-4 στην παράταση) όμως ένας πολύ σοβαρός τραυματισμός (ρήξη χιαστών) τον έθεσε νοκ-άουτ απο πολύ νωρίς μέσα στη σεζόν και ήταν η αιτία που δεν έμεινε πάνω από έναν χρόνο στην ομάδα της Λευκωσίας.
Πρόλαβε πάντως να “δεθεί” τόσο πολύ με τον ΑΠΟΕΛ που αρκετά χρόνια αργότερα δεν δίστασε να προτρέψει τον Φιλίπο Ιντσάγκι να επιλέξει την ομάδα της Λευκωσίας για να συνεχίσει την καριέρα του! “Μιλάμε για την Γιουβέντους της Κύπρου, είναι μία πολύ μεγάλη και οργανωμένη ομάδα. Έχει πάρα πολλούς οπαδούς και ο Ιντσάγκι θα γινόταν το απόλυτο είδωλο. Ο κόσμος είναι εκδηλωτικός αλλά δεν εισβάλλει στην ιδιωτική σου ζωή. Τα αποδυτήρια είναι η πραγματική δύναμη αυτής της ομάδας, είναι μία οικογένεια. Για μένα ήταν πολύ δύσκολο όταν έφυγα από εκεί. Είχαν έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στους συνδέσμους και δεν ήθελα να είμαι βάρος, παίρνοντας χρήματα χωρίς να παίζω και έτσι γύρισα στην Ιταλία για να κάνω εγχείριση. Εκείνη η χειρονομία μου εκτιμήθηκε τόσο πολύ που εξακολουθώ να έχω επαφή με το σύλλογο και στην Κύπρο έχω πάρα πολλούς φίλους”, δήλωνε ο Ντι Πιέντι σε συνέντευξή του σε ιταλικό μέσο το 2011.
ΤΕΣΤΑΡΕ ΤΙΣ ΑΝΤΟΧΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕ
Τι έγινε όμως το 2005 όταν αναγκάστηκε να αποχωριστεί το ΑΠΟΕΛ; Περίμενε αρχικά να αποκατασταθεί το πρόβλημά στο πόδι του, έπειτα άλλαζε ομάδες σαν τα πουκάμισα στις μικρότερες κατηγορίες της Ιταλίας όπου σκόραρε αλλά είχε χάσει τη… διασκέδαση για το άθλημα και μετά από επτά χρόνια αναζήτησης γέμισε πάλι βαλίτσες και σφράγισε το διαβατήριο με προορισμό την Λιθουανία. “Πήγα το 2012 στην Τάουρας και ανακάλυψα την βαλτική κουλτούρα. Εκεί παίζεται ένα άλλο ποδόσφαιρο και υπέφερα από το κρύο, ήταν αρκετές οι ημέρες που το θερμόμετρο έφτανε στους -30 βαθμούς κελσίου. Για να είμαι ειλικρινής, προτιμώ τις πιο ζεστές χώρες. Επέστρεψα έτσι στην Ιταλία όπου όμως γρήγορα συνειδητοποίησα πως είχα ακόμα δίψα και κίνητρα που στην πατρίδα μου ουδείς μπορούσε να με βοηθήσει να τα ικανοποιήσω. Τότε ξαφνικά ήταν που ήρθε η πρόταση από την άλλη άκρη του κόσμου: την Μιανμάρ (πρώην Βιρμανία ή Μπούρμα)”!
Που βρίσκεται αυτό το μέρος θα αναρωτηθείτε; Στον Κόλπο της Βεγγάλης μεταξύ Ινδίας, Κίνας και Ταϊλάνδης, με την Nay Pyi Taw να κάνει το 2013 πρόταση στον Ντι Πιέντι και εκείνον (με την παρότρυνση του επιστήθιου φίλου του Αλεσάντρο Μάνι) να την αποδέχεται και να μετακομίζει στην Ασία παίρνοντας μέρος με τη νέα του ομάδα στο Champions League.”Δεν το σκέφτηκα και πολύ αν και όλα ήταν καινούρια για μένα. Άλλη τροφή με… ξυλάκια, διαφορετική γλώσσα, κίνηση. Είμαι από το Παλέρμο όμως και είμαι συνηθισμένος να κάνω δύο χιλιόμετρα σε 20 λεπτά… Ήταν μία από τις ομορφότερες εμπειρίες στη ζωή μου αφού μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω σε μέρη όπως η Ινδία, η Κίνα, το Βιετνάμ.Ήταν μία σεζόν που χαράχτηκε στην καρδιά μου”, αναφέρει ο Ντι Πιέντι, με ιδιαίτερη νοσταλγία, για την παρουσία του στην Ασία.
Απόλυτα λογικό αν αναλογιστεί κανείς πως εκεί ξαναβρήκε τον καλό του εαυτό σκοράροντας 10 γκολ στο πρωτάθλημα και 5 στο Champions League όπου έφτασε με την ομάδα του μέχρι τη φάση των “16”,ενώ άρχισαν και πάλι να έρχονται σωρηδόν προτάσεις , όπως στα νιάτα του. Μία μάλιστα από αυτές ήρθε από τον -πρώην πλέον αφεντικό της Ίντερ- Έρικ Τοχίρ! “Χτύπησε κάποια στιγμή το κινητό μου και ήταν ο Έρικ Τοχίρ. Σκέφτηκα “με θέλει για την Ίντερ (γελάει);” Τελικά ο Τοχίρ μου έδωσε αμέσως το δεξί του χέρι: με ήθελαν στην Persib, ομάδα της Ινδονησίας ιδιοκτησίας του νυν προέδρου της Ίντερ. Εκπληκτικά γήπεδα, τρομερές εγκαταστάσεις αλλά δυστυχώς πρωτάθλημα “μπλοκαρισμένο”. Και αυτό γιατί αρκετοί σύλλογοι είχαν μπει στο μικροσκόπιο του τοπικού Υπουργείου Αθλητισμού για διαφθορά, χρεοκοπία και μη πληρωμή σε αθλητές”, αναφέρει ο Ιταλός άσος, ο οποίος μπορεί να μην πήγε στην Ινδονησία αλλά κατάφερε να γράψει ιστορία αφού έγινε ο πρώτος Ιταλός που ταξίδεψε στην Λατινική Αμερική για να αγωνιστεί στο πρωτάθλημα της Βενεζουέλας.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ ΣΤΟ… ΓΙΒΡΑΛΤΑΡ
“Με ήθελε η Metropolitanos FC από το Καράκας. Δέχτηκα, υπέγραψα και είχα την τύχη να γνωρίσω τον προπονητή, τον Ούγκο Σαβαρέσε, ένα εκπληκτικό άτομο. Ήταν μία δύσκολη σεζόν, κινδυνέψαμε με υποβιβασμό αλλά στο τέλος μείναμε στην κατηγορία: ήταν σαν να κατακτήσαμε το πρωτάθλημα”, εξομολογείται ο Ντι Πιέντι ο οποίος άφησε την Βενεζουέλα έχοντας απολογισμό 6 τερμάτων σε πρωτάθλημα και Κύπελλο. Όσο για το “μυστικό” του που τον βοηθάει όλα αυτά τα χρόνια να αντέχει τις δυσκολίες σε κάθε γωνιά του πλανήτη αυτό είναι “η σπουδαία Καλαβρέζα γυναίκα που έχω δίπλα μου. Η Βερόνικα μου έχει δώσει τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου, τον γιο μου Φραντσέσκο που κοντεύει πλέον να κλείσει τα 13 του χρόνια.
Η Βερόνικα και ο Φραντσέσκο με έχουν ακολουθήσει μέχρι ένα σημείο, έπειτα ο Φραντσέσκο είχε τις “σχολικές ανάγκες” και έτσι για αρκετό διάστημα είμαστε χώρια, όμως είμαστε πάντα μαζί στην περίοδο των διακοπών”. Το περασμένο καλοκαίρι ο Μικέλε Ντι Πιέντι δέχτηκε έντονο φλερτ από την Κόρδομπα της Segunda Division όμως εκείνος εξέπληξε άπαντες για μία ακόμα φορά αφού ναι μεν επέστρεψε στην Ευρώπη αλλά μετακόμισε στο… Γιβραλτάρ! Ο νέος σταθμός στην καριέρα του εδώ και μερικούς μήνες ακούει στο όνομα Μονς Κάλπε, σύλλογος που ιδρύθηκε μόλις το 2013 και ανέβηκε φέτος για πρώτη φορά στην μεγάλη κατηγορία της χώρας (δύο είναι συνολικά οι ποδοσφαιρικές κατηγορίες στο Γιβραλτάρ, με ΟΛΕΣ τις ομάδες να αγωνίζονται στο μοναδικό γήπεδο που υπάρχει, το “Victoria Stadium”)!
Προπονητής είναι ο Βραζιλιάνος πρώην άσος της Μπενφίκα, Γουίλιαμ ντε Αντράντε, και στις 23 Σεπτεμβρίου ο Ντι Πιέντι έζησε μία μοναδική στιγμή: στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος σκόραρε στις καθυστερήσεις το δεύτερο γκολ της ομάδας του στην επικράτησή της με 2-0 επί της Σεντ Τζόσεφς και μπορεί πλέον να καμαρώνει πως έχει βρει δίχτυα σε επτά διαφορετικές χώρες. Ο ίδιος πάντως παραμένει ταπεινός αφού εξηγεί πως “δεν είμαι ο μοναδικός σταρ στην ομάδα αφού υπάρχει ο μέσος Ούγκο Κολάσε, που εκτός από μία αξιόλογη καριέρα σε Νιούελς Ολντ Μπόις και Μπάρνσλεϊ, ήταν εκείνος που ήταν αρχηγός την εθνική Αργεντινής Κ17 με συμπαίκτες τους Μέσι και Μαστσεράνο”.
ΥΓ: Το αν η Μονς Κάλπε θα αποτελέσει τον τερματικό σταθμό στην πλούσια καριέρα του ουδείς μπορεί να βάλει το χέρι στη φωτιά και να απαντήσει, από τη στιγμή που έχουμε να κάνουμε άλλωστε με έναν ποδοσφαιριστή που έχει γυρίσει συνολικά 27 ομάδες τα τελευταία 20 χρόνια. Ένα πάντως μπορούμε να πούμε με σιγουριά αφού ο ίδιος το έχει αποκαλύψει: η μεγάλη του επιθυμία δεν είναι άλλη από το να κρεμάσει τα παπούτσια του φορώντας τη φανέλα της Παλέρμο, ομάδας της πόλης από την οποία κατάγεται. Λέτε να κάνει και αυτό το όνειρο πραγματικότητα;
Πηγή: www.contra.gr