Αν κάθε φορά που ακούς τυχαία το «Εye of the Τiger» δεν θυμάσαι τον ιστορικό λόγο του Απόλλο Κριντ όταν ζητά από το Ρόκι να γυρίσει, μην διαβάσεις ό,τι ακολουθεί: Σάββατο είναι πιες ένα καφέ. Αν δεν πιστεύεις ότι η καλύτερη προπόνηση του μποξέρ είναι να τρέχει μέσα στα χιόνια και να κόβει ξύλα, μην διαβάσεις ό,τι ακολουθεί: δεν θα καταλάβεις τίποτα. Αν όμως νομίζεις ότι τον κόσμο μας τον άλλαξε ο Ρόκι, συνέχισε. Είσαι κι εσύ ένας από μας κι όταν άκουσες ότι δεν θα ξαναδείς το Ρόκι στην οθώνη στεναχωρέθηκες.
Πως άρχισαν όλα
Σας πούμε πρώτα από όλα μια σχετικά άγνωστη ιστορία. Στις 24 Μαρτίου του 1975 ο γνωστός διοργανωτής μεγάλων αγώνων μποξ Ντον Κίνγκ έπεισε τον μεγάλο Μοχάμεντ Αλι να ανεβεί στο ρινγκ να αντιμετωπίσει ένα σχετικά άγνωστο μποξέρ, τον Τσακ Βέπνερ. Το ματς έμεινε αξέχαστος στους φανατικούς του μποξ γιατί ο παγκόσμιος πρωταθλητής δυσκολεύτηκε απίστευτα με τον σκληρό Βέπνερ: στον ένατο γύρο παραλίγο να ηττηθεί με νοκ άουτ! Ο Αλι σηκώθηκε, στάθηκε στα πόδια του και ξάπλωσε τον Βέπνερ στον δέκατο πέμπτο και τελευταίο γύρο: αφού πανηγύρισε τη νίκη του σήκωσε ιπποτικά το χέρι του αντιπάλου του ζητώντας από το κοινό να τον χειροκροτήσει.
Ανάμεσα στο κοινό βρισκόταν ένας νεαρός ακόμα άγνωστος ηθοποιός, που ενθουσιάστηκε με την αντοχή του Βέπνερ: τον έλεγαν Σιλβέστερ Σταλόνε. Τρεις μέρες αργότερα ο Σταλόνε έγραψε ένα πρωτόλειο σενάριο, που στη συνέχεια άλλαξε πολλές φορές και είχε ως ήρωα ένα ιταλοαμερικάνο νεαρό μποξέρ, γεννημένο στη Φιλαδέλφεια, που κατάφερε να γίνει αστέρι του μποξ βασισμένο στην καρδιά του. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο Ρόκι Μπαλμπόα.
Ο Σταλόνε μετά βασάνων και κόπων έπεισε τους παραγωγούς να του δώσουν το ρόλο. Οι παραγωγοί του πρώτου Ρόκι ήθελαν ως πρωταγωνιστή τον Μπαρτ Ρέινολντς ή τον Ράιαν Ο΄ Νίλ και στον Σταλόνε έδιναν μόνο 300 χιλιάδες δολάρια για τη σεναριακή ιδέα – χρήματα όχι λίγα αν αναλογιστεί κανείς πως τον καιρό εκείνο ο Σλάι είχε, κατά δήλωσή του, 105 δολάρια στην τράπεζα. Το πρώτο Ρόκι που έφτασε μέχρι τα Οσκαρ στοίχισε συνολικά 1 εκατομμύριο δολάρια και οι πρωταγωνιστές του πληρώθηκαν με ποσοστά από τις εισπράξεις. Στην μυθολογία του Ρόκι εκείνη η πρώτη ταινία είναι όπως οι συνεντεύξεις του Playboy. Οι συνεντεύξεις ήταν το άλλοθι όσων αγόραζαν το περιοδικό για τις γυμνές φωτογραφίες. Και το Ρόκι το πρώτο, το άλλοθι όσων δεν ήθελαν να παραδεχτούν πως με τα υπόλοιπα πέρασαν καλύτερα. Η ταινία είχε δέκα υποψηφιότητες για Οσκαρ, ο Σταλόνε έγινε ο τρίτος στην ιστορία μετά τον Τσάπλιν και τον Ορσον Γουέλς που προτάθηκε για πρώτο ανδρικό ρόλο και σενάριο. Το σημαντικότερο είναι ότι έβγαλε 224 εκατ δολάρια και άνοιξε το δρόμο για να δημιουργηθεί μια σειρά από ταινίες που λατρεύτηκαν και μισήθηκαν όσο λίγες.
Νοικιασμένες βιντεοκασέτες
Εκείνο το πρώτο Ρόκι το είχα δει σε νοικιασμένη βιντεοκασέτα. Στα δεκαπέντε μου δεν μου πε και πολλά – για να είμαι ειλικρινής ούτε και αργότερα το εκτίμησα. Το νούμερο δυο όμως ήταν καταπληκτικό – πρέπει να το είδα καμιά βδομάδα αργότερα. Όταν στις αίθουσες βγήκε το «Ρόκι 4 – η Γιγαντομαχία» ήμουν πραγματικά έτοιμος να εκτιμήσω το έπος. Δεν μιλάμε για μια ταινία – μιλάμε για τη στιγμή που αισθάνθηκα ότι μπήκα στην κολυμβήθρα της άδολης διασκέδασης και βγήκα από αυτή απενοχοποιημένος: ο κόσμος δεν ήταν ποτέ πια ίδιος – είχε περισσότερη πλάκα, αρκεί να μπορείς να τον χαρείς.
Οι μικροί δεν τα έχουν ζήσει και δεν τα θυμούνται. Το 1985 η Περεστρόικα δεν είχε καλά καλά ξεκινήσει και η Δύση κοιτούσε τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ με περιέργεια. Οι παραγωγοί και οι σεναριογράφοι του Ρόκι είχαν δει, όμως, μπροστά: ο κόσμος θα άλλαζε και αν κάποιος μπορούσε να τον αλλάξει ήταν ο Ρόκι. Η ταινία είναι το χρονικό της αναμέτρησης του με τον Ιβάν Ντράγκο, ένα σοβιετικό υπεραθλητή κατασκευασμένο όσο προσεχτικά έπρεπε για να συντρίψει τους Αμερικάνους, ένα τύπο που έλεγε φrάσεις τους στυλ «I must break you » – o Ντόλφ Λούντγκρεν έπαιξε ένα ρόλο καριέρας. Η ταινία είναι ένας ύμνος στα στερεότυπα που έχουν να κάνουν κυρίως με τον αθλητισμό των Σοβιετικών: σήμερα ξέρουμε πόσο προσεχτικά κατασκεύαζαν αθλητές και πόσο χρησιμοποίησαν τον αθλητισμό στον καιρό του ψυχρού πολέμου – τότε όποιος αυτά τα έλεγε ήταν αντικομουνιστής. Η ίδια η ταινία κατηγορήθηκε για αντικομουνιστικό παραλήρημα – το αποτέλεσμα ήταν να πηγαίνει να τη βλέπει κόσμος με αμερικανικές σημαίες: οι ΟΝΝΕΔίτες της εποχής καμάρωναν, ενώ η Αριστερά άκουγε για το Σταλόνε κι έβγαζε φλύκταινες! Προέκυψε μια ψύχωση απερίγραπτη: εμείς οι υπόλοιποι, οι περιηγητές που ψάχναμε λίγο χαβαλέ ξέροντας ότι στο σινεμά δεν πας πάντα για να δεις αριστουργήματα, βρεθήκαμε στη μέση του κυκλώνα και ενθουσιαστήκαμε.
Στον τελικό λόγο του Ρόκι αμέσως μετά την ιστορική νίκη του στη Μόσχα είχαμε σηκωθεί όρθιοι και χειροκροτούσαμε: το κάνε άλλωστε και ο κυβερνήτης της Σοβιετικής Ενωσης στην ταινία – όλα αυτά ενώ έξω από το σινεμά Lido του Βόλου η τοπική ΚΝΕ διαδήλωνε φωνάζοντας «Φονιάδες των λαών Αμερικάνοι», χωρίς να σεβαστεί ούτε καν τον δύστυχο Απόλλο Κριντ, που ήταν ο μόνος που στην ταινία πέθανε. Ομολογώ ότι όταν ο Ρόκι στέλνει στο γιό του ευχές για τα γενέθλιά του είχα δακρύσει. Κι όταν στο πρώτο Κριντ είδα τον Ρόκι να επιστρέφει σαν προπονητής ανατρίχιασα. «Το μόνο που απομένει» σκέφτηκα «είναι να δω και το Νικόλα τον Αναστόπουλο στον πάγκο του Ολυμπιακού».
Τα χει πει όλα ο Ρόκι…
Στο Κριντ 2, που βγήκε στις αίθουσες, ο Ντράγκο επιστρέφει ως προπονητής του γιού του: όπως καταλαβαίνει κανείς το πράγμα δεν χάνεται. Ποτέ μου δεν αγάπησα τον Σιλβέστερ Σταλόνε. Τα Ράμπο του τα βαριόμουνα τρελά, στο Κόμπρα είχα επιχειρήσει να μετρήσω πόσους σκοτώνει και έχασα το μέτρημα. Κάθε τι που έκανε και έμοιαζε σοβαρό, μου προκαλούσε χασμουρητά: ακόμα και η προβλέψιμη «Μεγάλη απόδραση των 11». Αλλά ο Ρόκι δεν έχει καμία σχέση με τον δημιουργό του: φανερά του ξέφυγε. Απόκτησε υπόσταση όπως οι χάρτινοι ήρωες των κόμικς – για την ακρίβεια είναι ο πρώτος άνθρωπος που έγινε κόμικς ο ίδιος. Σε σχέση μάλιστα με τους Σούπερμαν και τους Μπάτμαν της δεκαετίας του ‘70 και του ’80, ο Ρόκι ήταν πολύ περισσότερο αληθινός – ίσως και περισσότερο γενναίος. Ο τύπος δεν έχει τις εξωγήινες δυνάμεις του Κλαρκ Κέντ, ούτε τα εκατομμύρια του Μπρους Γουέιν: πήγε όμως στη Μόσχα και αφού έκανε προπόνηση τρέχοντας μέσα στα χιόνια κατάφερε και κέρδισε. Και μετά ξεκίνησε η Περεστρόικα, αφού δεν είχε πια νόημα ο Ψυχρός Πόλεμος: ο κόσμος έπρεπε να αλλάξει. Το χε πει ο Ρόκι…