Παρίσι, αρχές της δεκαετίας του 2000. 5 η ώρα τα ξημερώματα. Στο πεζοδρόμιο μπροστά από το μεγάλο κλαμπ Barrio Latino της Βαστίλης, ένας από τους θαμώνες, διπλωμένος στα δυο και εμφανώς πολύ πιωμένος, κάνει εμετό. Κάποιοι περαστικοί τον κοιτούν με οίκτο, σε κάποιους κάτι θυμίζει, είναι κι η φάτσα τόσο χαρακτηριστική… Κι όμως, ο Ρονάλντο ντε Ασίς Μορέιρα, λίγες ώρες πριν, είχε καληνυχτίσει τους συμπαίκτες του κι είχε ανέβει στο δωμάτιό του να κοιμηθεί νωρίς, όπως πρέπει να κάνει ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής την προηγούμενη ενός αγώνα, ειδικά αν ξέρει πως θα παίξει βασικός –όπως τελικά έπαιξε, κι ο θρύλος λέει πως έπαιξε και καλά. Αλλά τα ξενοδοχεία έχουν και πίσω πόρτες και καμιά κλειδαριά δεν μπορεί να κρατήσει τον νεαρό Ροναλντίνιο μακριά από τη ζωή της νύχτας. Σε οποιαδήποτε μορφή. Ένα άλλο βράδυ, γύρω στις 11, κι ενώ την άλλη μέρα έπαιζαν με τη Λιόν –μια ομάδα που μόλις είχε ξεκινήσει το φοβερό σερί των επτά τίτλων– πάει πάλι νωρίς για ύπνο αλλά καταλήγει στο δωμάτιο του Τυνήσιου Σελίμ Μπενασούρ και του Μαροκινού Ταλάλ Ελ Καρκουρί, ο οποίος μόλις έχει γυρίσει από έναν δανεισμό στον Άρη. «Δεν παίζουμε λίγο playstation;». Παίζουν. Μόνο χτυπήματα φάουλ. Ο Ροναλντίνιο παίρνει, φυσικά, τον εαυτό του και κερδίζει κατά κράτος. Στις 3 το πρωί, ο Μπενασούρ λέει στον Βραζιλιάνο ότι ίσως είναι η ώρα να πάει στο δωμάτιό του. «Ας παίξουμε λίγο ακόμη. Μόνο που πείνασα, δεν παραγγέλνουμε κανένα κλαμπ σάντουιτς;». Κοιμούνται στις 6. Η Παρί Σεν Ζερμέν κερδίζει 2-0. Δυο φάουλ του Ροναλντίνιο, δυο έτοιμα γκολ. Το δεύτερο θα το βάλει ο Ελ Καρκουρί. Θα είναι και το μόνο του εκείνη τη σεζόν. Η σκληρή προπόνηση αποδίδει.
Όταν ο νεαρός Ροναλντίνιο φτάνει στο Παρίσι, το καλοκαίρι του 2001, δεν είναι ακόμη ο Ροναλντίνιο. Έχει κοντά μαλλιά, παιδικό πρόσωπο, ντροπαλό βλέμμα, ένα ήδη μυώδες και δυνατό σώμα που πρόκειται να τον κρατήσει μακριά από τραυματισμούς παρόλο τον άσωτο τρόπο ζωής που ετοιμάζεται να υιοθετήσει κι ένα μικροσκανδαλάκι πίσω του –είχε υπογράψει συμβόλαιο με την Παρί πριν λήξει το προηγούμενο με την Γκρέμιο. Έχει ήδη προλάβει να εντυπωσιάσει τη Βραζιλία από τα 19 του, με το πρώτο του γκολ με την Εθνική, στο Κόπα Αμέρικα, ένα γκολ που προοιωνιζόταν ένα λαμπρό μέλλον και φανέρωνε καλό γούστο –προηγήθηκε σομπρέρο.
Από την εδώ μεριά του Ατλαντικού είναι σχετικά άγνωστος στο πλατύ κοινό. Βέβαια, πολλοί μεγάλοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι τον ορέγονται. Η Παρί, που έχει δημιουργήσει παράδοση στους Βραζιλιάνους –Λεονάρντο, Βάλντο, Σέζαρ, ο λατρεμένος αρχηγός Ράι κ.α.– καταφέρνει να τον φέρει με πενταετές συμβόλαιο. Ο Ρόνι θα βρεθεί σε μια θεωρητικά φιλόδοξη ομάδα, με παίκτες όπως ο Γκάμπριελ Χάιντζε, ο Μαουρίτσιο Ποκετίνο, ο Νικολά Ανελκά κι ο επίσης σπουδαίος καλλιτέχνης Τζέι Τζέι Οκότσα –οι συμπαίκτες τους κι ο προπονητής Λουίς Φερναντέζ σταματούσαν την προπόνηση για να τους βλέπουν να κάνουν ό,τι θέλουν με την μπάλα. «Ακόμη δεν έχω καταλάβει πώς δεν τερματίσαμε πρώτοι με δέκα βαθμούς διαφορά πάνω από τους άλλους εκείνη τη χρονιά» απορεί ακόμη ο τερματοφύλακας Ζερόμ Αλονζό. Διότι στο γήπεδο η ιστορία είναι λιγότερο ευτυχής. Μετά από μήνες αναγκαστικής απραξίας λόγω της τιμωρίας που του επέβαλε η Γκρέμιο, ο Ρόνι κάνει δειλά και κάπως αδέξια την πρώτη του εμφάνιση, αρχές Αυγούστου, αλλαγή στο Αμπέ Ντεσάν κόντρα στην Οσέρ. Έτσι δειλή θα είναι κι η συνέχεια. Θα χρειαστεί τρεις εβδομάδες να δώσει την πρώτη του ασίστ, στον Οκότσα, ένα πέναλτι για να βάλει το πρώτο του γκολ, και έξι μήνες για να πάρει οριστικά μπρος και να κερδίσει για πάντα την καρδιά των Παριζιάνων φιλάθλων. Η νέα χρονιά μπαίνει με ένα πανέμορφο φάουλ κόντρα στη Ρεν και συνεχίζεται με ενέργειες αντάξιες του μετέπειτα θρύλου.
Όσο περνούν οι μήνες, το γήπεδο γεμίζει ώρες πριν αρχίσει το ματς. Το κοινό πληρώνει εισιτήριο για να δει τον Ροναλντίνιο όχι μόνο να παίζει αλλά και να κάνει ζέσταμα. Η σεζόν όμως θα έχει πικρό τέλος. Η ΠΣΖ χάνει το Τσάμπιονς Λιγκ για έναν βαθμό. Αλλά τα καλύτερα έρχονται ή, τέλος πάντων, έτσι φαίνεται.
Ο Ρόνι στέφεται παγκόσμιος πρωταθλητής, αποθεώνεται από το εκστασιασμένο κοινό όταν επιστρέφει –αργοπορημένος– στο Παρίσι και στις προπονήσεις, οι οποίες ούτως ή άλλως δεν είναι η αγαπημένη του δραστηριότητα –για τις αγαπημένες του δραστηριότητες μιλήσαμε στην αρχή. Αρχίζουν να κυκλοφορούν φήμες πως, πλέον, για να αποφύγει τα κουτσομπολιά, φέρνει κοπέλες στο ξενοδοχείο όπου αποσύρεται η ομάδα. Με αμείωτο κέφι, λοιπόν, αλλά εκτός φόρμας, ζεσταίνει τον πάγκο, όταν μπαίνει συχνά δεν εντυπωσιάζει, χάνει κρίσιμα πέναλτι, η ομάδα πάει μάλλον χάλια και κάπου εδώ αρχίζουν τα προβλήματα με τον Φερναντέζ, ο οποίος, εκτός των άλλων, θέλει να του αλλάξει θέση.
«Αν μείνει μετά τα Χριστούγεννα, εγώ φεύγω». Ο Φερναντέζ μένει κι ο Ρόνι αργεί μια εβδομάδα να γυρίσει από τις χειμερινές του διακοπές στη Βραζιλία. Έχει βέβαια μια πολύ καλή δικαιολογία: «Είχα ραντεβού με τον οδοντίατρό μου».
Εμφανώς δυσαρεστημένος, εμφανίζεται στις προπονήσεις με γυαλιά ηλίου και συχνά πηγαίνει κατευθείαν στο τραπέζι του μασάζ για να πάρει έναν υπνάκο – κάτι μας θυμίζουν αυτά. Όταν αποφασίζει να παίξει μπάλα μαγεύει, μιλάμε για τον Ροναλντίνιο. Αλλά δεν το αποφασίζει συχνά. Από τις αξέχαστες στιγμές του, ένα απίστευτο ματς και ενάμισι γκολ απέναντι στο αγαπημένο του θύμα, τη Μαρσέιγ σε μια ιστορική τριάρα (και πρώτη νίκη στο Βελοντρόμ μετά από 15 χρόνια) και ένα πανέμορφο γκολ απέναντι στη Γκενγκάν.
Ένα γκολ που συμβολίζει από μόνο του την πορεία της ομάδας τη σεζόν 2002-2003: οι Παριζιάνοι προηγούνται με 0-2 αλλά χάνουν τελικά 3-2. Θα τερματίσουν εντέκατοι στη βαθμολογία και θα χάσουν και το κύπελλο από τα πιτσιρίκια της Οσέρ. Αλλά ο Ροναλντίνιο ετοιμάζει ήδη βαλίτσες για τη Βαρκελώνη, όπου θα γίνει οριστικά ο Ροναλντίνιο.
Τον ξαναείδαμε πρόσφατα στο Παρκ ντε Πρενς, θεατή στο ματς με τη Μονακό. Το γήπεδο τον αποθέωσε ακόμη μια φορά. Λίγες ώρες πριν είχε περάσει από το προπονητικό κέντρο. Ο Αντριάν Ραμπιό, ο ταλαντούχος μέσος της ΠΣΖ που προέρχεται από τις ακαδημίες κι είναι γέννημα θρέμμα Παριζιάνος, δεν μπορούσε να κρύψει τη συγκίνησή του. Ο Ροναλντίνιο, που, αν και πρόσφερε σπάνιες στιγμές χαράς, πέρασε δυο χρόνια στο Παρίσι χωρίς να χαρίσει ούτε έναν τίτλο στην ομάδα, και αυτό οπωσδήποτε κι από δικό του λάθος, αγαπήθηκε με πάθος από ένα κοινό που γνωρίζει ότι, όπως έχει γράψει ο Γουίλιαμ Φόκνερ, «δεν αγαπάμε επειδή αλλά παρότι. Όχι για τις αρετές αλλά παρ΄όλα τα ελαττώματα». Παρ΄όλα τα ξενύχτια, τα μεθύσια, παρ΄όλες τις αποτυχίες και τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις.
Πηγή: sombrero.gr