Κρόιφ, ο άνθρωπος που άλλαξε την Μπαρτσελόνα

Το ημερολόγιο έδειχνε 28 Οκτωβρίου του 1973 όταν ο Γιόχαν Κρόιφ πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα. Γιατί όμως καθυστέρησε τόσο πολύ η επίσημη πρώτη του “ιπτάμενου Ολλανδού”, η απόκτηση του οποίου είχε ανακοινωθεί με κάθε επισημότητα από τους “μπλαουγκράνα” στις 13 Αυγούστου, δηλαδή περίπου δυόμισι μήνες νωρίτερα;

Ποιοι ήταν εκείνοι που κινήθηκαν παρασκηνιακά για να “σαμποτάρουν” την μετακίνηση του Γιόχαν από τον Άγιαξ στον καταλανικό σύλλογο; Και ποιοι ήταν εκείνοι που ακόμα και όταν μπήκαν οι υπογραφές, συνέχισαν να κάνουν τα δικά τους ώστε να καθυστερήσει η ελευθέρας του παίκτη; Αλλά και πριν από όλα αυτά, ποιος υπήρξε ο ρόλος της Ρεάλ Μαδρίτης στη μάχη για την απόκτηση του Κρόιφ και γιατί τελικά ο Σαντιάγο Μπερναμπέου αναγκάστηκε να κάνει πίσω, προβάλλοντας αστείες δικαιολογίες για να αποφύγει την επικοινωνιακή ήττα; Με αφορμή την 42η επέτειο από εκείνο το ματς της Μπαρτσελόνα με την Γρανάδα, το Sport24.gr παρουσιάζει το άγνωστο παρασκήνιο της πιο ακριβής μέχρι τότε μεταγραφής στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Στις αρχές του 1973 ο Γιόχαν Κρόιφ ήταν πλέον αναγνωρισμένος διεθνώς ως ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές στον κόσμο. Στα 25 του χρόνια είχε κερδίσει τα πάντα με τον Άγιαξ: 5 πρωταθλήματα, 4 Κύπελλα, 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών, ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο. Κόντευε να συμπληρώσει μια δεκαετία στον “Αίαντα” και όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν πολλοί ευρωπαϊκοί σύλλογοι που ήθελαν να τον αποκτήσουν. Εκείνη που έδειξε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ήταν η Ρεάλ Μαδρίτης. Ο πρόεδρος των “μερένγκες”, Σαντιάγο Μπερναμπέου, τον παρακολουθούσε στενά και από κοντά. Μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 1973, ταξίδεψε τρεις φορές εκτός Ισπανίας, για να τον δει να αγωνίζεται. Το πρώτο ματς ήταν ο ημιτελικός του Πρωταθλητριών της σεζόν 1972/73, όταν ο Άγιαξ κέρδισε τη Ρεάλ 2-1 στο Ολυμπιακό Στάδιο του Άμστερνταμ (αποκλείοντας στη συνέχεια τους “μπλάνκος” με μια ακόμα νίκη στη Μαδρίτη). το δεύτερο ήταν στις 2 Μαΐου του 1973 και πάλι στο Άμστερνταμ, στο φιλικό παιχνίδι της Εθνικής Ολλανδίας με την Εθνική Ισπανίας και το τρίτο ήταν ο τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ανάμεσα στον Άγιαξ και την Γιουβέντους που διεξήχθη στο “μικρό Μαρακανά” του Βελιγραδίου” και στο οποίο ο Κρόιφ και η παρέα του κατέκτησαν το τρίτο συνεχόμενο τρόπαιο στη διοργάνωση.

Οι σχέσεις μεταξύ των δυο συλλόγων, Άγιαξ και Ρεάλ, ήταν πολύ καλές, λόγω κυρίως της πολυεθνικής Philips, που ήταν κοινός χορηγός τους. Ο Μπερναμπέου, γοητευμένος από την ποιότητα του Ολλανδού, κατέθεσε πρόταση στη διοίκηση του “Αίαντα”, προσφέροντας 30 εκατομμύρια πεσέτες. Ο πρόεδρος του Άγιαξ, Γιάαπ Φαν Πράαγκ, ζήτησε 50 εκατομμύρια, αλλά ήταν φανερό ότι υπήρχε καλή θέληση ανάμεσα στις δυο πλευρές και πως η διαπραγμάτευση θα μπορούσε να έχει αίσιο τέλος. Όμως τόσο η μια όσο και η άλλη πλευρά, λογάριαζαν χωρίς τον “ξενοδόχο”. Ο Κρόιφ ήταν φανερό ότι ήθελε να αφήσει την Ολλανδία και να αγωνιστεί στην Ισπανία, αλλά η προτίμησή του ήταν η Μπαρτσελόνα. Η ιστορία “αγάπης” ανάμεσα στον Γιόχαν και τους Καταλανούς, είχε αρχίσει μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν προπονητής στους “μπλαουγκράνα” ήταν ο Άγγλος Βίκτορ Μπάκιγχαμ. Ο Βικ, ο οποίος μάλιστα πέρασε και από τους πάγκους του Εθνικού Πειραιώς (1968), του Ολυμπιακού (1975/76) και της Ρόδου (1979/80), ανέλαβε την Μπάρτσα τον Δεκέμβριο του 1969 και παρέμεινε τεχνικός της μέχρι τον Ιούνιο του 1971. Παλαιότερα είχε προπονήσει τον Άγιαξ και ήταν εκείνος που ανακάλυψε το ταλέντο του Κρόιφ και τον πήρε κοντά του στην πρώτη ομάδα. Ο Μπάκιγχαμ ήταν λάτρης του επιθετικού αλλά και του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου και μίλησε στη διοίκηση της Μπαρτσελόνα με τα καλύτερα λόγια για τον νεαρό Γιόχαν.

Ο Γιόχαν Κρόιφ τις πρώτες μέρες του στη Βαρκελώνη

Εκείνη την περίοδο, οι μεταγραφές των ξένων παικτών είχαν απαγορευτεί στην Ισπανία, παρόλα αυτά ο Κρόιφ μαζί με την σύζυγό του, επισκέφθηκαν την Βαρκελώνη και μάλιστα ο Ολλανδός σταρ φωτογραφήθηκε για ένα τοπικό περιοδικό φορώντας την φανέλα με τις “μπλαουγκράνα” ρίγες. Τα σύνορα για τους ξένους άνοιξαν και πάλι το 1973, όταν πλέον ο Κρόιφ και ο Άγιαξ κυριαρχούσαν στην Ευρώπη. Τότε, τον Απρίλιο του 1973, η διοίκηση του Άγιαξ υπέγραψε ένα προσύμφωνο με τη Ρεάλ για την παραχώρηση του παίκτη το καλοκαίρι. Όταν ο Γιόχαν ενημερώθηκε για τα καθέκαστα, έγινε έξαλλος και ξεκίνησε τις δικές του κινήσεις. Εκμεταλλεύτηκε την φιλική του σχέση με τον γενικό διευθυντή της Μπαρτσελόνα, Αρμάντ Καραμπέν (ο οποίος είχε νυμφευθεί μια Ολλανδέζα) και άνοιξε γέφυρες επικοινωνίας με τη διοίκηση των “μπλαουγκράνα”, κάτι που σύντομα διέρρευσε στον Τύπο. Μετά τον τελικό του ’73 και το τρίτο Πρωταθλητριών, ο Κρόιφ πήγε διακοπές στην Αλμπουφέιρα, ένα θέρετρο στο Αλγκάρβε της Πορτογαλίας, μένοντας μάλιστα στο ίδιο ξενοδοχείο που είχε επιλέξει και ο Ρίνους Μίχελς δυο χρόνια νωρίτερα, πριν υπογράψει στην Μπαρτσελόνα. Η διοίκηση του Άγιαξ, μαθαίνοντας για το ενδιαφέρον των Καταλανών αλλά και την επιθυμία του Κρόιφ να παίξει εκεί, αποφάσισε να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα, συνειδητοποιώντας ότι θα μπορούσε να βγάλει πολλά χρήματα, σαφώς περισσότερα από εκείνα που έδινε η Ρεάλ Μαδρίτης.

Οι επαφές με τους “μερένγκες” πάγωσαν και λίγο αργότερα, ο ίδιος ο Σαντιάγο Μπερναμπέου, θέλοντας να αποφύγει τις αρνητικές εντυπώσεις που θα άφηνε μια επικοινωνιακή (και όχι μόνο) ήττα από την “αιώνια” αντίπαλο, έκανε την εξής εκπληκτική δήλωση, την οποία φυσικά κανείς δεν πήρε στα σοβαρά: “Έμαθα ότι ο κύριος Κρόιφ θέλει να πληρώνεται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον παίκτη της ομάδας. Αυτό είναι απαράδεκτο. Εδώ κανείς νεοαποκτηθείς παίκτης δεν πληρώνεται πιο πολύ από τους ήδη υπάρχοντες. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να το αποδείξει μέσα στον αγωνιστικό χώρο”!!! Κάπως έτσι βγήκε η Ρεάλ από την εξίσωση και η Μπαρτσελόνα έμεινε ως μοναδικός συνομιλητής με τον Άγιαξ. Όλοι θα περίμεναν ότι τα πράγματα θα ήταν πλέον απλά, όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Αντίθετα, ξεκίνησε ένας πραγματικός πόλεμος νεύρων ανάμεσα στις τρεις πλευρές (Κρόιφ, Άγιαξ και Μπάρτσα). Ο Γιόχαν είχε ανανεώσει δυο χρόνια πριν το συμβόλαιό του με τον “Αίαντα” για επτά επιπλέον χρόνια, πράγμα που σήμαινε ότι δεσμευόταν για μια ολόκληρη πενταετία ακόμα, κάτι για το οποίο είχε μετανιώσει, αλλά όπως έλεγε ο ίδιος, το είχε κάνει πρώτον επειδή έβλεπε να λιγοστεύουν οι πιθανότητές του να αγωνιστεί κάποια στιγμή στην Ισπανία και δεύτερον λόγω επαγγελματικής “ανασφάλειας”, για να έχει το κεφάλι του ήσυχο στην περίπτωση που είχε κάποιον σοβαρό τραυματισμό.

Ρίνους Μίχελς και Γιόχαν Κρόιφ στη Μπαρτσελόνα

Η συμφωνία του Κρόιφ με τον Άγιαξ προέβλεπε ετήσιες αποδοχές 25.000 ευρώ, σύνολο δηλαδή 125.000 ευρώ για την πενταετία. Όταν η διοίκηση του ολλανδικού συλλόγου συζητούσε με τη Ρεάλ Μαδρίτης, ήθελε να εισπράξει τουλάχιστον 300.000 ευρώ (ποσό τεράστιο για την εποχή) για να παραχωρήσει τον παίκτη. Στις πρώτες σοβαρές επαφές με την Μπαρτσελόνα, το μίνιμουμ ποσό διπλασιάστηκε! Οι Ολλανδοί έθεσαν ως βάση εκκίνησης τα 600.000 ευρώ και στην πορεία, αντί να κατέβουν, ανέβηκαν πολύ περισσότερο. Ο Κρόιφ, έχοντας ως βάση του το ξενοδοχείο του στο Αλγκάρβε, κινούσε τα νήματα μέσω των δικών του ανθρώπων. Αποφάσισε να ταξιδέψει ινκόγκνιτο στο Άμστερνταμ, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Μπαρτσελόνα, Αγουστί Μοντάλ Κόστα, στον οποίο επανέλαβε την επιθυμία του να αγωνιστεί με την καταλανική ομάδα και μόνο. Ο προσωπικός σύμβουλος του Κρόιφ, ο πεθερός του, Κορ Κόστερ, ήταν εκείνος που έκανε τις επαφές για το οικονομικό ζήτημα. Η Μπαρτσελόνα πάντως, είχε κατέβει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, έχοντας plan B και plan C! Οι “μπλαουγκράνα” είχαν ήδη αποκτήσει τον Περουβιανό Ούγο Σοτίλ και είχαν δώσει δανεικό στην Πόρτο τον Αργεντίνο Χουάν Κάρλος “Μιλονγκίτα” Ερέδια, περιμένοντας να λυθεί το θέμα που υπήρχε με την απόκτηση της ισπανικής υπηκοότητας.

Αυτές οι δυο μεταγραφές δεν επηρέαζαν πάντως την μεταγραφή του Κρόιφ. Εκεί που παρά λίγο να τιναχτούν όλα στον αέρα, ήταν όταν στις 12 Ιουλίου, η Μπαρτσελόνα ήρθε σε προφορική συμφωνία με τον Γκερντ Μίλερ της Μπάγερν. Ο καταλανικός σύλλογος έπαιζε συγχρόνως σε δυο ταμπλό και ο Αρμάντ Καραμπέν, μέλος της διοίκησης των “μπλαουγκράνα”, είχε πετάξει με ιδιωτικό αεροπλάνο (κάτι ασυνήθιστο για την εποχή) στο Μόναχο για να κλείσει τη μεταγραφή του “Μπόμπερ”. Οι δυο πλευρές συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο “Baierhof”, αλλά ήταν τελικά η σύζυγος του παίκτη που είπε το “όχι”, γιατί η κόρη των Μίλερ ήταν μικρή και οι γονείς της ήθελαν να πάει σε γερμανικό σχολείο. Εκτός όμως από την κυρία Μίλερ, ήταν και η ίδια η δυτικογερμανική κυβέρνηση (!) που έκανε ότι μπορούσε ώστε να αποτρέψει τη μετακίνηση του “βομβιστή” στη Βαρκελώνη. Λίγες εβδομάδες πριν, ένα άλλο αστέρι της Εθνικής, ο Γκίντερ Νέτσερ, είχε αφήσει τη Μένχενγκλαντμπαχ για τη Ρεάλ Μαδρίτης και οι Γερμανοί δεν ήθελαν να δουν και τον Μίλερ να φεύγει από τη Μπάγερν ένα χρόνο πριν τη διεξαγωγή του Μουντιάλ της Γερμανίας. Η Μπαρτσελόνα είχε συμφωνήσει να πληρώσει στον παίκτη 36 εκατομμύρια πεσέτες και άλλα 60 εκατομμύρια στον βαυαρικό σύλλογο, ποσά αμύθητα για την εποχή. Τελικά όμως, αν και η Μπάγερν είχε δώσει τη συγκατάθεσή της, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απαγόρευσε τη μεταγραφή.

Ο Γιόχαν Κρόιφ με τον Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο σε clásico

Παρά το γεγονός ότι μετά το ναυάγιο με τον Γκερντ Μίλερ, ο Κρόιφ έμεινε και πάλι μόνος του στο προσκήνιο για την Μπαρτσελόνα, οι Ολλανδοί φαίνονταν αποφασισμένοι να τρενάρουν όσο περισσότερο μπορούσαν την τελική συμφωνία. Ο Κρόιφ, που ήθελε να παίξει υπό τις οδηγίες του Ρίνους Μίχελς, με τον οποίο είχε συνεργαστεί στον Άγιαξ, άρχισε να χάνει την υπομονή του. Παρουσιάστηκε στη διοίκηση του “Αίαντα” και ξεκαθάρισε πως οι επιλογές που υπήρχαν ήταν μόνο δυο: “Ή πηγαίνω στην Μπαρτσελόνα ή σταματάω το ποδόσφαιρο”. Ο Φαν Πράαγκ, πρόεδρος του Άγιαξ, μετά από μια ατελείωτη παρτίδα σκάκι τους τελευταίους μήνες, βρέθηκε να απειλείται με “ματ”. Ήξερε ότι το πείσμα του Κρόιφ μπορούσε να οδηγήσει τα πράγματα σε οριστικό αδιέξοδο, κάτι που θα στερούσε από τα ταμεία του συλλόγου ένα τεράστιο ποσό. Οι επαφές με την πλευρά του παίκτη έγιναν πιο εντατικές, το ίδιο και εκείνες με την Μπαρτσελόνα. Όμως ο Φαν Πράαγκ είχε αποφασίσει να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από τη μεταγραφή. Ανέβαζε συνεχώς τις οικονομικές του απαιτήσεις, πιέζοντας τους Καταλανούς, μέχρι που κάποια στιγμή η διαπραγμάτευση – η οποία συνεχιζόταν στην Λα Κορούνια – έφτασε σε αδιέξοδο. Ο Κρόιφ επικοινώνησε τηλεφωνικά στις 9 Αυγούστου με τον Καραμπέν που βρισκόταν στο Παραφρουζέιγ της Κόστα Μπράβα και του ζήτησε να τον συναντήσει το συντομότερο δυνατόν στο Άμστερνταμ.

Πράγματι, την επομένη, ο γενικός διευθυντής πέταξε στην Ολλανδία και μαζί με τον Κόστερ και τον δικηγόρο του Κρόιφ, Γιόνκερ, άρχισαν να φτιάχνουν την τελική τους, βελτιωμένη πρόταση. Στις 11 Αυγούστου, ο Καραμπέν προσήλθε στην οικία του Φαν Πράαγκ, ο οποίος ζήτησε ακατέβατα δυο εκατομμύρια δολάρια. Η απογοήτευση του Καραμπέν ήταν τόσο μεγάλη, που δεν σκέφτηκε καν να κάνει δική του αντιπρόταση. Ένα ακόμα ναυάγιο. Ο Γιόνκερ, αμέσως μετά, άρχισε να ψάχνει κάποιο νομικό “κόλπο”, ώστε να επιτεθεί στον Φαν Πράαγκ. Το ίδιο βράδυ, ο Κρόιφ έκανε δηλώσεις στην ολλανδική τηλεόραση. Μίλησε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για την επιθυμία του να βελτιωθεί και για πρώτη φορά έριξε δημόσια το γάντι στη διοίκηση του Άγιαξ: “Ή θα παίξω στην Μπαρτσελόνα ή κρεμάω τα παπούτσια”! Η φράση αυτή ήταν που κλόνισε τον Φαν Πράαγκ, ο οποίος πήρε τηλέφωνο τον Καραμπέν και του ζήτησε να συναντηθούν για μια ακόμα φορά. Από εκείνο το σημείο και μετά, η πλευρά του Κρόιφ ήταν αυτή που πήρε πλέον το πάνω χέρι. Την επόμενη μέρα ξεκινούσε το ολλανδικό πρωτάθλημα και ο Άγιαξ θα έπαιζε στο Χρόνιγκεν. Ο Κρόιφ, αφού πήρε τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις από τον δικηγόρο του, ότι η συμμετοχή του δεν μπορούσε να επηρεάσει την μεταγραφή του, ταξίδεψε με την υπόλοιπη αποστολή. Θέλοντας να εκνευρίσει ακόμα περισσότερο τον Φαν Πράαγκ, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι αυτό θα ήταν το τελευταίο του παιχνίδι με τη φανέλα του Άγιαξ.

“Αν δεν με αφήσετε να παίξω στη Μπαρτσελόνα, θα κρεμάσω τα παπούτσια μου. Και να πάτε μόνοι σας στο Μουντιάλ”. Γιόχαν Κρόιφ (1973)

Το ματς ξεκίνησε και ο Γιόχαν πέτυχε δυο γκολ, δίνοντας την ασίστ για το τρίτο. Το ίδιο βράδυ, ο Ρίνους Μίχελς, μιλώντας σε ολλανδικό τηλεοπτικό κανάλι, χαρακτήρισε “τρέλα” τα χρήματα που απαιτούσε ο Άγιαξ για την μεταγραφή, ενώ κατηγόρησε τον Φαν Πράαγκ ότι διακινδύνευε να κόψει την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή που απλώς  ήθελε να αλλάξει ομάδα. Λίγο μετά τον Μίχελς, ο Κρόιφ ανέβασε επίπεδο τις απειλές του, σοκάροντας το ολλανδικό κοινό, όταν είπε στους δημοσιογράφους ότι δεν θα ακολουθήσει την Εθνική ομάδα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 στην περίπτωση που δεν πάρει μεταγραφή. Την επόμενη μέρα το πρωί (Δευτέρα 13 Αυγούστου), τέσσερις πάμπλουτοι Ολλανδοί επιχειρηματίες συναντήθηκαν με τον Κρόιφ και τον δικηγόρο του, προσπαθώντας να τους πείσουν να μην συγκρουστούν με τον Φαν Πράαγκ. “Δεν είναι πλέον θέμα χρημάτων, θέλω να αλλάξω σύλλογο”, ήταν η κάθετη απάντηση του Γιόχαν. Στις 12 το μεσημέρι, οι Κρόιφ και Γιόνκερ βρέθηκαν στο λόμπι του ξενοδοχείου “Alpha” μαζί με τους Μίχελς, Καραμπέν και Κόστερ. Λίγο αργότερα, οι Κρόιφ, Γιόνκερ και Κόστερ είχαν ακόμα μια άκαρπη συνάντηση με τον Φαν Πράαγκ. Στη 1 παρά 20 τα δυο επιτελεία (εκείνο του Κρόιφ και εκείνο του Φαν Πράαγκ) μπήκαν στο δωμάτιο 1043 του ξενοδοχείου, το οποίο είχε διαμορφωθεί σε αίθουσα συσκέψεων με ένα μεγάλο τραπέζι στο κέντρο του, όπου κάθισαν όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Η πιο κρίσιμη στιγμή είχε φτάσει.

Ο Κρόιφ δεν παραβρέθηκε γιατί δεν ήθελε να βλέπει τον Φαν Πράαγκ ούτε ζωγραφιστό και περίμενε τις εξελίξεις στο εστιατόριο του “Alpha Hotel”. Στις 2.30 το μεσημέρι η πόρτα του 1043 άνοιξε για πρώτη φορά. Απέξω βρίσκονταν τρεις Ολλανδοί δημοσιογράφοι και δυο Ισπανοί συνάδελφοί τους. Ο Καραμπέν βγήκε για λίγο έξω, μίλησε τηλεφωνικά με τον πρόεδρο της Μπαρτσελόνα, Αγουστί Μοντάλ και επέστρεψε στο δωμάτιο, προλαβαίνοντας να πει στους εκπροσώπους του Τύπου ότι “όλα πάνε καλά”. Λίγο πριν τις 3 ο Μίχελς εγκατέλειψε την συνάντηση, ενώ αμέσως μετά, το room service έστειλε στο 1043 σάντουιτς, μπύρες και καφέ. Στις 3.20 ο Καραμπέν κατέβηκε στο λόμπι, όπου συνομίλησε για δέκα λεπτά με τον Μίχελς και στη συνέχεια επέστρεψε στον δέκατο όροφο για να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση με τον Φαν Πράαγκ και τους οικονομικούς του συμβούλους. Στις 4 παρά πέντε, η πόρτα άνοιξε και πάλι. Πρώτος και βιαστικός βγήκε ο Φαν Πράαγκ, ο οποίος πριν εξαφανιστεί στον διάδρομο, είπε στους δημοσιογράφους “Άγιαξ και Μπαρτσελόνα, οκ”. Από πίσω του ο Καραμπέν, αδυνατώντας να κρύψει τον ενθουσιασμό του, ήταν σαφώς πιο εκδηλωτικός: “Έχουμε συμφωνία, έχουμε μεταγραφή!” 72 ώρες μετά το απόλυτο προδιαγραφόμενο ναυάγιο και αφού ο Κρόιφ είχε αναγκαστεί να απειλήσει ακόμα και την εθνική του ομάδα, ο Άγιαξ είχε κάνει στροφή 180 μοιρών, ολοκληρώνοντας την πιο ακριβή μεταγραφή μέχρι τότε στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Η άφιξη του ζεύγους Κρόιφ στη Βαρκελώνη τον Αύγουστο του 1973

Η Μπαρτσελόνα είχε πληρώσει σχεδόν ενάμιση εκατομμύριο δολάρια (δηλαδή 1.3 εκ σημερινά ευρώ), ένα αστρονομικό ποσό για την εποχή και η συμφωνία είχε επιτέλους κλείσει. Όμως τα “βάσανα” του Ολλανδού δεν είχαν τελειώσει. Κάθε άλλο! Την Τετάρτη 15 Αυγούστου (εκείνη την εποχή στην Ισπανία δεν κυκλοφορούσαν αθλητικές εφημερίδες τις Τρίτες) ο αθλητικός Τύπος της Ισπανίας και ιδιαίτερα της Καταλονίας υποδέχτηκε με κεντρικούς τίτλους την μεταγραφή του Ολλανδού. Δυο ήταν οι κεντρικές φωτογραφίες. Στην μια, οι Μίχελς, Γιόχαν, Καραμπέν και Κόστερ γιόρταζαν την επιτυχία πίνοντας σαμπάνια, ενώ στην άλλη, Φαν Πράαγκ και Καραμπέν έδιναν τα χέρια μπροστά στους φωτορεπόρτερ. Όμως ο πρόεδρος του Άγιαξ είχε ήδη κινηθεί παρασκηνιακά, μιλώντας σε μέλη της Ολλανδικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, η επιτροπή επαγγελματιών παικτών της οποίας θα συνεδρίαζε για να αποφασίσει αν θα έδινε το “οκ” για την μεταγραφή και μαζί την μπλε κάρτα στον παίκτη έτσι ώστε να μπορέσει να αγωνιστεί στην Μπαρτσελόνα. Το ίδιο βράδυ της Τετάρτης λοιπόν, το διοικητικό συμβούλιο της Ολλανδικής Ομοσπονδίας, συνεδρίασε κρυφά και αποφάσισε να μην κάνει δεκτή την μετακίνηση του Κρόιφ, αφού αυτή τυπικά ήταν εκπρόθεσμη. Στην μυστική αυτή συνάντηση, αποφασίστηκε ότι ο παίκτης δεν θα μπορούσε να πάρει την ελευθέρας του νωρίτερα από την 1η Δεκεμβρίου, όταν θα άνοιγε το χρονικό πλαίσιο της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου.

Την επόμενη ημέρα,  συναντήθηκαν τα μέλη της επιτροπής επαγγελματιών παικτών (της μοναδικής αρμόδιας επιτροπής για να αποφασίσει για την υπόθεση του Κρόιφ). Μόλις πληροφορήθηκαν από κάποια διαρροή για την συνεδρίαση της προηγούμενης βραδιάς, τα επτά μέλη σηκώθηκαν σε έξαλλη κατάσταση, υπέβαλλαν μαζική παραίτηση και αποχώρησαν από την αίθουσα, χτυπώντας με δύναμη την πόρτα πίσω τους, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των 30 δημοσιογράφων που βρίσκονταν απέξω, περιμένοντας τις εξελίξεις. Εκεί βρισκόταν και ο Κρόιφ, ο οποίος απογοητευμένος από όσα είχαν συμβεί, δήλωσε: “Τι θα μπορούσα να περιμένω από αυτούς τους κυρίους; Μαλώνουν μεταξύ τους, δεν μπορούν να συνεννοηθούν, δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα να παρθούν σοβαρές αποφάσεις στο θέμα”. Το επόμενο “ραντεβού” δόθηκε μια μέρα αργότερα, στη συνεδρίαση της εκτελεστικής επιτροπής της Ομοσπονδίας, η οποία θα έπαιρνε την τελική απόφαση. Εκεί τα πράγματα χαμογέλασαν στον Ολλανδό, αφού δόθηκε επιτέλους η έγκριση για την μεταγραφή. Μια έγκριση την οποία πάντως ακολουθούσε η ρήτρα ότι θα έμπαινε σε ισχύ από την 1η Δεκεμβρίου. Ο Κρόιφ ήταν και τυπικά παίκτης της Μπαρτσελόνα, όμως υπήρχε ακόμα μια μικρή, αλλά πολύ σημαντική εκκρεμότητα. Έλειπε η υπογραφή του προέδρου του Άγιαξ στο συμβόλαιο που είχε συμφωνηθεί μια εβδομάδα νωρίτερα ανάμεσα στα επιτελεία των δυο συλλόγων.

Η ενδεκάδα της Μπαρτσελόνα πριν τον αγώνα με τη Γρανάδα, εκεί όπου ο Κρόιφ πραγματοποίησε το επίσημο ντεμπούτο του με τους “μπλαουγκράνα” (28/10/1973)

Οι άνθρωποι της Μπαρτσελόνα ανησυχούσαν – και δικαιολογημένα – αφού σε εκείνο το δεκαήμερο τα είχαν δει όλα από τον Φαν Πράαγκ. Ο Κρόιφ, για να παίξει εναντίον της FC Amsterdam το τελευταίο του ματς με τη φανέλα του Άγιαξ, ζήτησε εγγυήσεις από τον Φαν Πράαγκ στο θέμα της υπογραφής. Κατά την είσοδό του στον αγωνιστικό χώρο, ο “ιπτάμενος Ολλανδός” αποδοκιμάστηκε από την εξέδρα, όμως η εκπληκτική του εμφάνιση ανάγκασε τους ίδιους θεατές να τον αποθεώσουν όταν έγινε αλλαγή 20 λεπτά πριν τη λήξη του παιχνιδιού που είχε τελικό σκορ το εντυπωσιακό 6-1 υπέρ του “Αίαντα”. Λίγες ώρες αργότερα, ο Φαν Πράαγκ υπέγραψε την συμφωνία και ο Κρόιφ έγινε και επίσημα πλέον παίκτης της Μπαρτσελόνα. Το απόγευμα της 23ης Αυγούστου, ο Γιόχαν και η σύζυγός του, Ντάνι, έφτασαν αεροπορικώς στη Βαρκελώνη και έγιναν δεκτοί από εκατοντάδες ενθουσιώδεις οπαδούς που τους αποθέωσαν. Στις 5 Σεπτεμβρίου το “Καμπ Νόου” υποδέχτηκε στην επίσημη παρουσίαση το μεγάλο μεταγραφικό του απόκτημα σε έναν φιλικό αγώνα ανάμεσα στην Μπάρτσα και την βελγική Σερκλ Μπριζ. Ο Ολλανδός πέτυχε δυο τέρματα στο τελικό 6-0 και δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι “το όνειρο της ζωής του είχε γίνει πραγματικότητα”. Το ισπανικό πρωτάθλημα είχε ξεκινήσει από την 1η του Σεπτέμβρη, όμως για να αγωνιστεί σε επίσημο ματς με τους “μπλαουγκράνα”, ο Κρόιφ θα έπρεπε να περιμένει μέχρι τον Δεκέμβριο. Ή μήπως όχι;

Η διοίκηση της Μπαρτσελόνα όλον αυτόν τον καιρό έκανε τις δικές της κινήσεις, προσπαθώντας να ξεπεράσει το εμπόδιο της ρήτρας που είχε θέσει η Ολλανδική Ομοσπονδία. Οι φίλαθλοι της ομάδας ανυπομονούσαν να δουν το νέο τους είδωλο να αναλαμβάνει πραγματική δράση. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο Κρόιφ αγωνίστηκε σε ένα ακόμα φιλικό, αυτή τη φορά με αντίπαλο την γερμανική Κίκερς Όφενμπαχ και ενθουσίασε ξανά το κοινό δίνοντας την ασίστ για το πρώτο γκολ και πετυχαίνοντας το δεύτερο στο τελικό 2-0. Όμως το ξεκίνημα της Μπάρτσα στο πρωτάθλημα ήταν απογοητευτικό. Φτάνοντας στο τέλος Οκτωβρίου, μετά από 7 αγωνιστικές, οι Καταλανοί βρίσκονταν στην προτελευταία θέση της βαθμολογίας! Όλοι περίμεναν τον Κρόιφ σαν “Μεσσία”, αλλά είχαν πλέον αποδεχτεί το γεγονός ότι θα έπρεπε να φτάσει ο Δεκέμβριος. Και τότε συνέβη το αναπάντεχο! Στις 27 Οκτωβρίου η Ολλανδική Ομοσπονδία αποφάσισε να δώσει την έγκρισή της για την άμεση ισχύ της μεταγραφής του Κρόιφ στην Μπαρτσελόνα, κάτι που σήμαινε ότι η ελευθέρας του παίκτη είχε σταλεί και επίσημα στην FIFA. Ο πεθερός του παίκτη, Κορ Κόστερ, που βρισκόταν στο Άμστερνταμ, παρέλαβε τα σχετικά έγγραφα από την Ομοσπονδία και αμέσως πήρε το αεροπλάνο για την Μαδρίτη, όπου συναντήθηκε με τον Αρμάντο Καραμπέν. Οι δυο τους πήγαν “τρέχοντας” στα γραφεία της Ισπανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και κατέθεσαν τα χαρτιά, παραλαμβάνοντας την πολύτιμη ροζ κάρτα, το πρώτο επίσημο δελτίο του Κρόιφ στην Ισπανία, αυτό που του επέτρεπε να παίξει άμεσα σε οποιαδήποτε επίσημη διοργάνωση με τους “μπλαουγκράνα”.

Το στιλ του “flaco” υπήρξε μοναδικό, συνώνυμο της αρμονίας

Τι είχε συμβεί όμως για να φτάσουμε σε αυτή την απόφαση των Ολλανδών να αποσύρουν την ρήτρα του Δεκεμβρίου και να αλλάξουν άρδην τα δεδομένα στην υπόθεση του Κρόιφ; Ήταν ο ίδιος ο παίκτης που χειρίστηκε για μια ακόμα φορά άψογα τα υπέρ του δεδομένα, παίζοντας αριστοτεχνικά την παρτίδα στη σκακιέρα. Αλλάζοντας τελείως τακτική και αφήνοντας πίσω το “αν δεν με αφήσετε ελεύθερο, δεν θα αγωνιστώ στο Μουντιάλ”, ακολούθησε έναν διαφορετικό δρόμο για να φτάσει στον στόχο του. Πίεσε την Ομοσπονδία της χώρας του με το επιχείρημα ότι χρειαζόταν επίσημα παιχνίδια στα πόδια του ενόψει του κρίσιμου και καθοριστικού παιχνιδιού της Ολλανδίας με το Βέλγιο που θα διεξαγόταν στις 18 Νοεμβρίου και στο οποίο οι “οράνιε” θα έπαιζαν την πρόκρισή τους στην τελική φάση του Μουντιάλ της Δυτικής Γερμανίας το καλοκαίρι του 1974. Η Ομοσπονδία πείστηκε και έτσι, στις 28 Οκτωβρίου του 1973, ο Γιόχαν Κρόιφ πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την φανέλα της Μπαρτσελόνα στο ισπανικό πρωτάθλημα, σε ένα ματς με αντίπαλο την Γρανάδα. Η παρθενική εμφάνιση του “flaco” υπήρξε ονειρική. Οι “μπλαουγκράνα” κέρδισαν 4-0 με δυο γκολ του Ολλανδού που γνώρισε μια ακόμα αποθέωση από την κερκίδα. Οι Καταλανοί δεν γνώρισαν άλλη ήττα μέχρι το τέλος της σεζόν και κατέκτησαν το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά από 14 ολόκληρα χρόνια, έχοντας ζήσει και το επικό 0-5 μέσα στο “Μπερναμπέου”, όταν σκόρπισαν τη Ρεάλ Μαδρίτης μέσα στην έδρα της, πετυχαίνοντας τη μεγαλύτερη σε διαφορά εκτός έδρας νίκη για οποιαδήποτε από τις δυο “αιώνιες” αντιπάλους στην ιστορία των clásicos. Το κεφάλαιο Κρόιφ είχε ξεκινήσει με τον καλύτερο τρόπο.

Ο “ιπτάμενος Ολλανδός” αγωνίστηκε για μια πενταετία (1973-1978) με τη φανέλα του συλλόγου, κατακτώντας ένα πρωτάθλημα (1974) και ένα Κύπελλο (1978). Η κορυφαία στιγμή του “Νουρέγιεφ” ήταν το μαγικό 0-5 μέσα στο “Μπερναμπέου” επί της Ρεάλ Μαδρίτης. Στην πρώτη του κιόλας χρονιά στην Ισπανία, το βράδυ της 17ης Φεβρουαρίου του 1974, καθοδήγησε μαεστρικά τους συμπαίκτες του, σκόρπισε στους τέσσερις ανέμους τους “μερένγκες” και δημιούργησε ένα φοβερό ρεκόρ στα “clásicos” της Ισπανίας, ξεπλένοντας για πάντα τη ντροπή του 1-5 από τη γενιά των Πούσκας, Χέντο και Ντι Στέφανο. Εκείνη τη νύχτα η Καταλούνια λάτρεψε τον “ιπτάμενο Ολλανδό” και τον “υιοθέτησε” ως ένα από τα αξιότερα τέκνα της.

Η επιστροφή ως προπονητής και η δημιουργία της Dream Team

H αγαπημένη του Μπαρτσελόνα θα τον χρειαστεί και πάλι σχεδόν μία δεκαετία μετά την τελευταία φορά που φόρεσε τη φανέλα των “μπλαουγκράνα”. Αυτή τη φορά όμως σε ρόλο προπονητή. Ήταν η σεζόν 1988/89, όταν Κρόιφ έκατσε στον πάγκο της Μπάρτσα. Οι “μπλαουγκράνα” αποκλείστηκαν στο Κύπελλο στη φάση των “8” με ένα βαρύ 4-0 από την Ατλέτικο. Στο πρωτάθλημα η Ρεάλ Μαδρίτης της “σειράς του Γύπα” πήρε τον τέταρτο σερί τίτλο, αφήνοντας πίσω της στη δεύτερη θέση, την Μπαρτσελόνα. Το μόνο που απέμενε ήταν το Κύπελλο Κυπελλούχων. Εκεί ήρθε η πρώτη κούπα για τους Καταλανούς επί εποχής Κρόιφ, στον κερδισμένο τελικό με αντίπαλο την Σαμπντόρια, στην οποία παρεμπιπτόντως αγωνιζόταν πλέον ο Βίκτορ Μουνιόθ. Τα γκολ των Σαλίνας και Ρεκάρτε έκριναν το αποτέλεσμα και έδωσαν στην Μπαρτσελόνα τον τρίτο τίτλο της στη διοργάνωση. Όμως εκείνη η ευρωπαϊκή επιτυχία δεν έφτανε στον κόσμο της ομάδας. Οι “culés” ήθελαν τη Λίγκα, πρώτα για να βάλουν τέλος στην κυριαρχία της Ρεάλ και μετά για να επιστρέψουν στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.

Παρόλα αυτά, το Κύπελλο Κυπελλούχων “αγόρασε” χρόνο για τον Κρόιφ και του επέτρεψε να συνεχίσει το έργο του. Στον ημιτελικό εκείνης της διοργάνωσης, η Μπαρτσελόνα απέκλεισε την Σρέντετς Σόφιας και ο Ολλανδός με τον βοηθό του, Κάρλες Ρεσάκ, “ανακάλυψαν” τον Χρίστο Στόιτσκοφ, τον οποίο απέκτησαν οι “μπλαουγκράνα” ένα χρόνο αργότερα. Μπορεί εκείνη η κούπα να μην ενθουσίασε απόλυτα τους φιλάθλους της ομάδας, όμως έδιωξε παλιά “φαντάσματα”. Οι παίκτες την κατέκτησαν φορώντας ακριβώς τις ίδιες μπλε εμφανίσεις που είχαν φορεθεί και στον χαμένο τελικό με την Στεάουα, ενώ ο αγώνας διεξήχθη στο “Wankdorf Stadion”, εκεί όπου το 1961 η Μπάρτσα είχε χάσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών από την Μπενφίκα. Και σε τελική ανάλυση, ήταν ο πρώτος τίτλος μιας ομάδας που μόλις ξεκινούσε τον κύκλο της και που τα επόμενα χρόνια θα έκανε τους πάντες, σε Ισπανία και Ευρώπη, να υποκλιθούν στο μεγαλείο της.

Όλα αυτά όμως, παραλίγο να μην συμβούν εξαιτίας της επόμενης περιόδου, 1989/90. Η Μπαρτσελόνα, παρότι είχε ενισχυθεί με δυο μεταγραφές παγκόσμιας εμβέλειας (τους Λάουντρουπ και Κούμαν) αποκλείστηκε πολύ γρήγορα στο Κύπελλο Κυπελλούχων, μόλις στον δεύτερο γύρο. Η Άντερλεχτ πήρε προβάδισμα πρόκρισης με το 2-0 του πρώτου αγώνα (Γιάνκοβιτς και Ντεγκρίζ οι σκόρερ), αλλά οι “μπλαουγκράνα” ισοφάρισαν το αποτέλεσμα στον επαναληπτικό με τα τέρματα των Σαλίνας και Μπεγκιριστάιν. Το ματς πήγε στην παράταση και οι Βέλγοι μείωσαν σε 2-1 με τον Βαν Ντερ Λίντεν, αφήνοντας εκτός συνέχειας τους Καταλανούς. Τα πράγματα χειροτέρεψαν στο πρωτάθλημα, εκεί όπου η Ρεάλ Μαδρίτης κατέκτησε τον πέμπτο συνεχόμενο τίτλο της, αφήνοντας την ομάδα του Κρόιφ στην τρίτη θέση, 11 βαθμούς πίσω.

Η φωτοβολίδα του Κούμαν στον τελικό του 1992 με την Σαμπντόρια, έδωσε στην Μπαρτσελόνα το πρώτο Πρωταθλητριών της ιστορίας της (20/5/1992)

Οι γκρίνιες είχαν ξεκινήσει και ο Νούνιεθ δεχόταν πολλές πιέσεις για αντικατάσταση του Κρόιφ. Ένα “χαρτί” είχε μόνο στα χέρια του ο Ολλανδός για να ανατρέψει το εναντίον του κλίμα. Τον τελικό του ισπανικού Κυπέλλου απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης. Και δεν λάθεψε. Στις 5 Απριλίου του 1990, στο “Μεστάγια”, η Μπαρτσελόνα κέρδισε 2-0 τους “μπλάνκος” με τα γκολ των Αμόρ και Σαλίνας και κατέκτησε την Copa del Rey, η οποία φυσικά είχε ξεχωριστή σημασία για τους φίλαθλους της ομάδας, λόγω της παρουσίας της “αιώνιας” αντιπάλου στον τελικό. Εκείνη η κούπα γιορτάστηκε περισσότερο από το Κυπελλούχων του 1989 και κράτησε τον Κρόιφ στη θέση του. Το καλοκαίρι του 1990 η Μπάρτσα απέκτησε τον Στόιτσκοφ και έτσι συμπληρώθηκε η “Αγία Τριάδα” των ξένων. Με τον Κούμαν να δεσπόζει στην άμυνα και τον Λάουντρουπ να μαγεύει στο κέντρο, η προσθήκη του Βούλγαρου πρόσθεσε ουσία και θέαμα στην επίθεση.

Το παζλ συμπληρώθηκε με τον Πεπ Γουαρδιόλα, έναν παίκτη που προερχόταν από τα “σπλάχνα” του συλλόγου και οι “μπλαουγκράνα” ήταν πλέον έτοιμοι να επιστρέψουν στην κορυφή. Στη σεζόν 1990/91, η ποδοσφαιρική Ισπανία άρχισε να ανακαλύπτει το ταλέντο, την ομαδικότητα και την εργατικότητα των παικτών της Μπάρτσα μέσα στον αγωνιστικό χώρο με εμφανίσεις που θύμιζαν το total football του μεγάλου Άγιαξ της δεκαετίας του ’70. Οι Καταλανοί κέρδισαν τελικά το πρωτάθλημα μετά από 6 χρόνια (θα ακολουθούσαν τρία συνεχόμενα ακόμα), βάζοντας τέλος στο σερί των “μερένγκες”. Τερμάτισαν πρώτοι με δέκα βαθμούς διαφορά από την Ατλέτικο και έντεκα από τη Ρεάλ. Ο τίτλος γιορτάστηκε με ενθουσιασμό, ο Νούνιεθ ένιωσε δικαιωμένος που κράτησε τον Κρόιφ και όλα ήταν έτοιμα πλέον για τον μεγάλο στόχο. Την άνοδο στην κορυφή της Ευρώπης, αφού η πρωταθλήτρια Μπαρτσελόνα επέστρεφε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.

Ο δρόμος για το Webley

Η σεζόν 1991/92 ήταν η τελευταία πριν μετονομαστεί ο θεσμός σε Τσάμπιονς Λιγκ και η UEFA δοκίμαζε για πρώτη φορά τις φάσεις των ομίλων. Στον πρώτο γύρο οι “μπλαουγκράνα” απέκλεισαν εύκολα τη γερμανική Χάνσα Ροστόκ με συνολικό σκορ 3-1. Στον δεύτερο γύρο, με αντίπαλο την Καϊζερσλάουτερν, κέρδισαν στο πρώτο ματς 2-0 με τέρματα του Μπεγκιριστάιν, όμως στον επαναληπτικό βρέθηκαν μια ανάσα από τον αποκλεισμό. Οι Γερμανοί προηγήθηκαν 3-0 παίρνοντας σκορ πρόκρισης, μέχρι το 90′, όταν ο Χοσέ Μάρι Μπακέρο μείωσε σωτήρια σε 1-3 και η Μπάρτσα βρέθηκε στην επόμενη φάση, αυτή των ομίλων. Εκεί οι Καταλανοί κληρώθηκαν μαζί με τις Μπενφίκα, Σπάρτα Πράγας και Δυναμό Κιέβου. Υπήρχαν δυο γκρουπ με τέσσερις ομάδες το κάθε ένα και το σύστημα ήταν απλό. Οι πρώτοι κάθε ομίλου (με βαθμολογία 2-1-0) θα έπαιζαν στον τελικό. Στο πρώτο ματς οι “μπλαουγκράνα” υποδέχτηκαν στο “Καμπ Νόου” την Σπάρτα Πράγας και επιβλήθηκαν 3-2 (σκόραραν οι Αμόρ, Λάουντρουπ και Μπακέρο).

Η αναμνηστική φωτογραφία των Πρωταθλητών Ευρώπης μετά τον τελικό (20/5/1992)

Αφού απέσπασαν λευκή ισοπαλία στο “Ντα Λουζ” απέναντι στην Μπενφίκα, πήραν πολύτιμο “διπλό” στο Κίεβο, νικώντας 0-2 την Ντιναμό με τέρματα των Στόιτσκοφ και Χούλιο Σαλίνας. Δυο εβδομάδες αργότερα, η Μπάρτσα διπλασίασε τις νίκες της, κερδίζοντας τους Ουκρανούς 3-0 στη Βαρκελώνη (δυο γκολ του Στόιτσκοφ και ένα του Χούλιο Σαλίνας). Στην Πράγα η Μπαρτσελόνα γνώρισε τη μοναδική της ήττα με 1-0 από την Σπάρτα, συνέχισε όμως να βρίσκεται στην κορυφή του ομίλου με 7 βαθμούς έναντι 6 των Τσέχων και η πρόκρισή της στον τελικό της 20ης Μαΐου εξαρτιόταν από την ίδια. Έφτανε η νίκη στην τελευταία αγωνιστική απέναντι στην αδιάφορη Μπενφίκα. Το βράδυ της 15ης Απριλίου, οι 85.000 που βρέθηκαν στις κερκίδες του “Καμπ Νόου”, αποθέωσαν την ομάδα τους και τον αρχιτέκτονα της πρόκρισης, Γιόχαν Κρόιφ. Η Μπαρτσελόνα νίκησε 2-1 τους Πορτογάλους με γκολ του Στόιτσκοφ και του Μπακέρο, κλείνοντας τη μια θέση για το Γουέμπλεϊ. Αντίπαλός της – για μια ακόμα φορά – η ιταλική Σαμπντόρια που έψαχνε ρεβάνς για το χαμένο Κυπελλούχων τρία χρόνια πριν.

Η φωτοβολίδα του Τεν Τεν

Καταλανοί και Ιταλοί είχαν δημιουργήσει το αδιαχώρητο στο κατάμεστο από 71.000 θεατές Γουέμπλεϊ. Ο αντιπρόεδρος, Τζουάν Γκασπάρ, είχε υποσχεθεί δημόσια πως αν η Μπαρτσελόνα κέρδιζε το τρόπαιο, θα κολυμπούσε στον Τάμεση! Ο Κρόιφ, που ήδη είχε κερδίσει ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών 21 χρόνια πριν στο ίδιο γήπεδο ως παίκτης του Άγιαξ με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό, είχε ζητήσει από τους παίκτες του “να δείξουν γενναιότητα και να διώξουν μακριά τα κόμπλεξ”. Ο ίδιος είχε σχεδιάσει μια σύνθετη άμυνα από τρεις παίκτες για να μπορέσει να περιορίσει τον Λομπάρντο, τον παίκτη της Σαμπντόρια που θεωρούσε ως τον πιο επικίνδυνο. Είχε ζητήσει να υπάρχει συνεχής πίεση, ώστε η Μπαρτσελόνα να έχει όσο το δυνατόν περισσότερη κατοχή. Και είχε αποφασίσει να ξεκινήσει με βασικούς στην επίθεση τους Σαλίνας και Στόιτσκοφ. Την παραμονή του αγώνα, ο Κούμαν δήλωσε στους ξένους δημοσιογράφους: “Πρέπει να μένεις στη Βαρκελώνη για να συνειδητοποιήσεις την σημασία που έχει αυτός ο τίτλος. Πρέπει να τον κερδίσουμε για τον κόσμο αυτής της ομάδας”.

Το βράδυ της 20ης Μαΐου οι δυο ομάδες παρατάχθηκαν ως εξής στη σέντρα του κατάμεστου από 71.000 θεατές Γουέμπλεϊ, μπροστά στον Γερμανό διαιτητή Άρον Σμίντχουμπερ.

FC Barcelona (Γιόχαν Κρόιφ): Θουμπιθαρέτα, Νάντο, Φερέρ, Κούμαν, Χουάν Κάρλος, Μπακέρο, Σαλίνας (65′ Γκοϊκοετσέα), Στόιτσκοφ, Λάουντρουπ, Γουαρδιόλα (112′ Αλεσάνκο), Εουσέμπιο.

UC Sampdoria (Βουγιαντίν Μπόσκοφ): Παλιούκα, Μανίνι, Κάτανετς, Πάρι, Βιέρκοβουντ, Λάνα, Λομπάρντο, Σερέζο, Βιάλι (100′ Μπούζο), Μαντσίνι, Μπονέτι (73′ Ινβερνίτσι).

Το παιχνίδι στο πρώτο ημίχρονο είχε ελάχιστες ευκαιρίες. Πρώτη απείλησε η Σαμπντόρια με τον Λομπάρντο, όμως “καθάρισε” ο Θούμπι. Αμέσως απάντησε η Μπάρτσα με μια κεφαλιά του Στόιτσκοφ μετά από σέντρα του Εουσέμπιο και ήταν η σειρά του Παλιούκα να διώξει τον κίνδυνο. Στα μαρκαρίσματα, ο Χουάν Κάρλος ήταν πάνω στον Λομπάρντο, ο Νάντο στον Βιάλι και ο Τσάπι Φερέρ στον Μαντσίνι. Οι “μπλαουγκράνα” στέκονταν σωστά μέσα στο γήπεδο, όμως στην επανάληψη ανέβασαν ακόμα περισσότερο την απόδοσή τους, ξεσηκώνοντας τους φιλάθλους τους στις κερκίδες. Δυο συνεχόμενες ευκαιρίες, ένα σουτ του Σαλίνας και ένα του Εουσέμπιο, σταμάτησαν πάνω στον κορυφαίο της “Σαμπ”, Παλιούκα. Στο 61′ είχαμε την μεγαλύτερη στιγμή για τους Καταλανούς. Σε μια αντεπίθεση, ο Λάουντρουπ έδωσε μαγικά μια κάθετη μπαλιά στον κενό χώρο για τον Στόιτσκοφ, εκείνος πλάσαρε υποδειγματικά, αλλά η μπάλα σταμάτησε στο δεξί κάθετο δοκάρι των Ιταλών, τη στιγμή που η μισή εξέδρα φώναζε ‘γκολ”! Το ισόπαλο 0-0 δεν άλλαξε μέχρι το 90’ και έτσι το ματς οδηγήθηκε στην παράταση.

Το είχε υποσχεθεί και το έκανε! Ο αντιπρόεδρος της Μπαρτσελόνα, Τζουάν Γκασπάρ (μπροστά, στο κέντρο), βγαίνοντας από τον Τάμεση, λίγες ώρες μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (20/5/1992)

Στο πρώτο τέταρτο του έξτρα ημιώρου, η κούραση και στις δυο ομάδες ήταν φανερή και μόνο ο Μπακέρο απείλησε με ένα σουτ που απέκρουσε ο Παλιούκα. Και στο δεύτερο μέρος της παράτασης, ενώ όλοι έκαναν πλέον προγνωστικά για την διαδικασία των πέναλτι, ήρθε η φάση που καθόρισε το αποτέλεσμα και τον πρωταθλητή. Ήταν το 111′ όταν ο Μαντσίνι έκανε φάουλ πάνω στον Εουσέμπιο λίγο έξω από τη μεγάλη περιοχή των Ιταλών. Η μπάλα στήθηκε, ο Στόιτσκοφ την έδωσε δίπλα του στον Μπακέρο, εκείνος την πάτησε και ο επερχόμενος Κούμαν εξαπέλυσε την φωτοβολίδα του τελικού, στέλνοντάς την στην δεξιά γωνία του Παλιούκα. Ο Ολλανδός είχε ανοίξει το σκορ, ο Κρόιφ καβάλησε τα κάγκελα και μπήκε στον αγωνιστικό χώρο, οι παίκτες της Μπαρτσελόνα έγιναν ένα κουβάρι και την ίδια στιγμή στις εξέδρες ξεκίνησε το πάρτι. Στιγμές έκστασης για τους Καταλανούς που δεν απειλήθηκαν στα εναπομείναντα λεπτά και μόλις ο Σμίντχουμπερ σφύριξε τη λήξη, όλοι φώναξαν το σύνθημα που περίμενε να ακουστεί δεκαετίες ολόκληρες: “Ja la tenim”, πλέον την έχουμε!

Ντελίριο σε ολόκληρη την Καταλονία που βγήκε στους δρόμους για να πανηγυρίσει το τελευταίο, το σημαντικότερο ποδοσφαιρικό οχυρό που είχε επιτέλους κατακτηθεί, το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μοναδικές στιγμές, όταν οι παίκτες, που στο μεταξύ είχαν βγάλει τις πορτοκαλί φανέλες φορώντας τις μπλαουγκράνα, ανέβηκαν τα 29 σκαλοπάτια μέχρι το πάλκο των επισήμων, κάτω από τις επευφημίες των οπαδών τους: “Visca el Barca! Visca Catalunya”! Και τη στιγμή που ο μεγάλος αρχηγός, Χοσέ Ραμόν Αλεσάνκο, σήκωσε το τρόπαιο στον ουρανό του Λονδίνου (το οποίο είχε προλάβει να στολίσει ο Γκασπάρ με δυο μπλαουγκράνα κορδέλες), με 30.000 περίπου Καταλανούς να τραγουδούν εκστασιασμένοι τον ύμνο της ομάδας, όλη η ποδοσφαιρική Ευρώπη υποκλίθηκε στη μεγάλη dream team του Γιόχαν Κρόιφ, που γινόταν ο τρίτος που κατακτούσε το Πρωταθλητριών ως παίκτης και ως προπονητής μετά τους Μιγκέλ Μουνιόθ και Τζιοβάνι Τραπατόνι.

Η μεγάλη αυτή ομάδα κατέκτησε συνολικά ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, 4 πρωταθλήματα, 1 Κύπελλο, 3 ισπανικά Σούπερ Καπ, 1 ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων. Έγραψε την δική της ιστορία στο ισπανικό και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, έβαλε τον σύλλογο της Μπαρτσελόνα στην ποδοσφαιρική ελίτ και συνδύασε θέαμα και ουσία. Το 1994 αγωνίστηκε σε έναν ακόμα τελικό, αυτή τη φορά στο Τσάμπιονς Λιγκ, όπου έχασε 4-0 από την Μίλαν στο ΟΑΚΑ. Εκεί ξεκίνησε η παρακμή της dream team, όμως η περίοδος της ακμής της μνημονεύεται μέχρι σήμερα από τους ποδοσφαιρόφιλους όλου του κόσμου.

 

Μπαρτσελόνα πριν, Μπαρτσελόνα μετά. Η εικόνα μιλά από μόνη της…

Winmasters Welcome Bonus 100% μέχρι €111!