Σαν σήμερα, το 1982 έφυγε από την ζωή μια πραγματική ηρωίδα, που πολλοί πιθανός να έχουν ακούσει, αλλά ελάχιστοί θα μπήκαν στον κόπο να μάθουν την ιστορία και την Ελληνική ανδρεία και αγάπη που κουβαλούσε μέσα της. Ως Ελληνες της μαρτυρικής Κύπρου και ως περήφανοι οπαδοί του ΑΠΟΕΛ έχουμε υποχρέωση να τιμούμε κάθε ήρωα που πολέμησε για την Ελληνικότητα του κάθε νησιού του Αιγαίου, των Δωδεκανήσων και των Επτανήσων. Πόσο μάλλον για την Κυρά της Ρω που άφησε τα πάντα πίσω της για να ζήσει σε μια άγονη βραχονησίδα δίπλα από το νησί Καστελόριζο έτσι ώστε να παραμείνει Ελληνικό. Αφιερώστε μερικά λεπτά στο πιο κατω από ασπασμα από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Μεσσηνίας για να γνωρίσετε αυτή την πραγματική Ελληνίδα γυναίκα και να τιμήσουμε έτσι την σημερινή μέρα του θανάτου της.
Στή Ρώ, τή μικρή βραχονησίδα πού βρίσκεται δίπλα στό Καστελόριζο καί μια ἀνάσα ἀπό τά Τουρκικά παράλια, ἔζησε ἡ Δέσποινα Ἀχλαδιώτη. Σέ αὐτό τό ἄγονο ἔδαφος, χωρίς πλαγιές μέ κυπαρίσσια, κουκουναριές, ἀμυγδαλιές ἤ ἀχλαδιές, χωρίς ἀηδόνια νά κελαηδοῦν, μονάχα μέ λίγο χορτάρι ἔζησε ἐπί 34 χρόνια ἡ Ἑλληνίδα νησιώτισσα. Ἡ Δέσποινα Ἀχλαδιώτου συμπλήρωσε ἕναν αἰώνα ζωῆς ἀπό τόν ὁποίο τά 34 χρόνια της τά ἀφιέρωσε γιά ἕνα σκοπό ἱερό. Να ὑψώνει τήν γαλανόλευκη στό μικρό νησί. Νά δηλώνει ἔτσι τήν παρουσία της. Πώς εἶναι τόπος κατοικήσιμος, τόπος ἑλληνικός. Γιά νά μήν πατήσουν οἱ Τούρκοι γείτονες.
Τό 1927, σέ ἠλικία 25 ἐτῶν, ἡ Δέσποινα ἐγκαταστάθηκε μόνιμα στό νησί τῆς Ρώ μαζί μέ τόν σύζυγό της Κώστα. Ἐκείνα τά χρόνια σέ ὅλα τά νησιά ὑπῆρχε μεγάλη ἀναταραχή καί ἀνησυχία. Μετά τήν συμφορά τοῦ ἑλληνισμοῦ στήν Ἰωνία τά νησιά εἶχαν γεμίσει ἀπό δυστυχισμένους πρόσφυγες. Μόλις εἶχαν γλυτώσει βέβαια ἀπό τήν τουρκική σκλαβιά, ἀλλά καί πάλι δέν ἦταν ἐλεύθερα, ἀφοῦ τά κρατοῦσαν οἱ Ἰταλοί. Ἔτσι βρέθηκε μέ χιλιάδες κατοίκους τό Καστελόριζο καί μερικές ἑκατοντάδες τά μικρότερα νησιά. Ἐνῶ στό νησί τῆς Ρώ ζοῦσαν λίγες οἰκογένειες. Ἀνάμεσα σέ αὐτούς καί ἡ Δέσποινα μέ τον Κώστα. Δούλεψαν ὅλοι σκληρά μέ ἀντρειωμένη καρδιά γιά νά ἀναστήσουν αὐτό το ξερονήσι. Ἀργότερα, ὅμως, οἱ λιγοστές οἰκογένειες φύγανε, πιέζονταν ἀπό την ἐρημιά καί τή φτώχεια. Καί ἔτσι στό μικρό νησί τῆς Ρώ ἔμειναν ὁλομόναχοι ἡ Δέσποινα μέ τόν ἄντρα της. Χωρίς συντροφιά, χωρίς ἐπικοινωνία, χωρίς ἀνέσεις, μονάχα μέ τά λιγοστά ζῶα τους. Παρ’ ὅλα αὐτά δέν τούς ἔλειπε τίποτε, μονάχα ἡ Λευτεριά τούς ἔλειπε. Ἐφημερίδες καί ραδιόφωνο νά μάθουν τά νέα δέν εἶχαν. Βλέπανε τά καράβια, πέρα στό πέλαγος, νά περνᾶνε ἀδιάφορα καί σχίζονταν ἡ καρδιά τους ἀπό νοσταλγία γιά τούς ἀνθρώπους καί τήν πατρίδα. Οὔτε καΐκι πλέον δέν πλεύριζε τό νησάκι τους. Ἀργότερα μονάχα κατάφεραν νά ἀποκτήσουν ἐκεῖνοι μιά μικρή βαρκούλα, γιά νά πετάγονται τόν καλό καιρό μέ προφυλάξεις στο Καστελλόριζο.
Ἔτσι ἔζησαν ἡ Δέσποινα καί ὁ Κώστας γιά δύο χρόνια μέχρι τό 1927, ὅταν με ἔκπληξη εἶδαν ἕνα πρωϊνό ψηλά, στή κορφή τοῦ νησιοῦ, μιά μεγάλη τουρκική σημαία πού ἔμενε ἀκίνητη. Τί ἀκριβῶς εἶχε γίνει δέν ξέρανε. Ἀλλά αὐτό πού θέλανε ἦταν το συντομότερο δυνατό νά κατεβάσουν τήν τουρκική σημαία καί νά ὑψώσουν τη Γαλανόλευκη! Τρεῖς μέρες μετά πῆραν τήν ἡρωϊκή ἀπόφαση. Ἔβαλαν μονάχα ἕνα σκοπό. Νά γίνουν ἕνα μέ τήν πατρίδα. Δέν φοβήθηκαν τούς ἔνοπλους Τούρκους, οὔτε τόν θάνατο. Ἕνα μόνο φόβο εἶχαν: μήν τυχόν τούς ἀνάγκαζαν νά ἐγκαταλείψουν το νησί μέ τή βία καί ἔτσι παραδινόταν ἡ Ρώ στά χέρια τους.
Τό σχέδιο ἄρχισε νά μπαίνει σέ ἐφαρμογή. Ἡ κυρά Δέσποινα ἔφτιαξε τή Σημαία χρησιμοποιώντας ἕνα σεντόνι λευκό ἀπό τήν προίκα της καί μιά γαλάζια κουρτίνα πού εἶχε στό σεντούκι της. Ἕνας λευκός Σταυρός στή μέση καί τέσσερα γαλάζια κομμάτια στίς γωνίες. Καί γιά κοντάρι ἕνα καλάμι πού εἶχε γιά τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ. Ἀργότερα σκέφτηκε πώς θά ζητοῦσε μιά κανονική σημαία ἀπό τό 3 Καστελλόριζο. Δύο μέρες χρειάστηκε νά φτιάξει ττή Σημαία καί τήν τρίτη μέρα σηκώθηκε μέ τόν ἄντρα της πρωί πρωί πῆγαν μέ προσοχή καί κατέβασαν την τουρκική σημαία καί ἀφοῦ τήν πέταξαν μέσα στό πέλαγος ὕψωσαν τήν ἑλληνική.
Φαίνεται πώς οἱ Τοῦρκοι εἶχαν φύγει ἀπό μέρες καί ἔτσι μπόρεσαν ἀνενόχλητοι να κάνουν τή δουλειά τους. Ἀπό τότε μάλιστα κανένας δέν τόλμησε νά πλησιάσει το νησάκι τους. Καί ἡ κυρά Δέσποινα ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα ὑποσχέθηκε στην πατρίδα νά ὑψώνει κάθε μέρα τήν ἑλληνική σημαία στό νησί τῆς Ρώ μέχρι νά πεθάνει!
Τά κατοπινά χρόνια γιά το ἀνδρόγυνο κύλησαν μέ ἡσυχία. Τίποτε δέν ἐνόχλησε τή γαλήνη τοῦ νησιοῦ τους. Στά ἄλλα νησιά ὅμως γινόντουσαν ταραχές καί ξεσηκωμοί ἐναντίον τῶν Ἰταλῶν πού πάσχιζαν νά ἐπιβάλουν τήν κατοχή τους. Ὡστόσο το νησάκι τῆς Ρώ ὑπῆρξε πολλές φορές καταφύγιο γιά τούς κατατρεγμένους Ἕλληνες ἀπό τό Καστελλόριζο καί τά ἄλλα νησιά, κι ἔτσι ἡ κυρά Δέσποινα καί ὁ ἄντρας της εἶχαν τήν εὐκαιρία να συζητᾶνε, νά μαθαίνουν τά νέα καί νά παίρνουν δύναμη, ἀπ’ τόν ἀγῶνα τους γιά την πατρίδα. Ἐνῶ παράλληλα φροντίζοντάς τους αἰσθανόντουσαν πώς βοηθᾶνε και αὐτοί τήν πατρίδα γιά τή λευτεριά. Μάλιστα ἕνας ἀπό αὐτούς τούς περαστικούς ἀγωνιστές, μαθαίνοντας γιά τόν καημό τῆς κυρά Δέσποινας νά ἀποκτήσει μια κανονική Ἑλληνική Σημαία, τῆς τήν ἔστειλε μέ ἕνα καϊκάκι γράφοντάς της σ’ ἕνα σημείωμα: «Ἀπό τή μάνα Ἑλλάδα στή μικρή ἐλεύθερη κόρη..»!
Ἦρθαν ὅμως καί γιά τό νησάκι τῆς Ρώ οἱ σκληρές μέρες. Οἱ μέρες τοῦ πολέμου. Τότε πού στίς θάλασσες συγκρούονταν οἱ σύμμαχοι μέ τούς Γερμανό-Ἰταλούς καί οἱ δυσκολίες καί οἱ κίνδυνοι αὐξήθηκαν. Ἡ κυρά Δέσποινα καί ὁ Κώστας εἶχαν χάσει τελείως τήν ἐπαφή μέ τόν ὑπόλοιπο κόσμο. Τά ἀγαθά τους σπάνιζαν. Δέν μποροῦσαν πλέον χωρίς κίνδυνο νά ταξιδέψουν οὔτε μέχρι τό Καστελλόριζο…. Πυκνά σμύνη ἀεροπλάνων περιδιάβαιναν μέρα-νύχτα στόν οὐρανό… Δέν ξέρανε ποιά ἦταν φιλικά καί ποιά ἐχθρικά….Ὁ πόλεμος εἶχε φουντώσει γιά τά καλά….Στή θάλασσα, οἱ περαστικοί μιλοῦσαν γιά δεκάδες καράβια πού χάνονταν χωρίς νά ξέρεις ποιανοῦ ἦταν τά περισσότερα. Τό νεαρό ἀνδρόγυνο δέν ἦξερε ἀπό ποῦ νά προφυλαχθεῖ. Ἀπό τήν πεῖνα, ἀπό τίς βόμβες τοῦ οὐρανοῦ, ἀπό τίς νάρκες τῆς θάλασσας…Πολλά τά δεινά. Καί τό χειρότερο εἶχαν τόν φόβο μήπως ἐμφανιζόντουσαν ξανά οἱ Τοῦρκοι. Δεν θά τούς ἦταν καθόλου δύσκολο νά ξαναστήσουν τή σημαία τους σ’ ἕνα βραχονήσι χωρίς ἑλληνισμό, πού κανένας δέν νοιαζόταν, καί αὐτοί μποροῦσαν ἄνετα νά τό ἁρπάξουν…! Ἡ κυρά Δέσποινα ὅμως παιδιά, ἀπόδείχθηκε ἀτρόμητη! Κάθε μέρα πρωί καί βράδυ ὕψωνε καί κατέβαζε τή σημαία μας! Ἦταν το μοναδικό κομμάτι τῆς πατρίδας πού κράτησε σέ ὅλο τό διάστημα τοῦ πολέμου ὑψωμένη τήν ἑλληνική σημαία! Τό μόνο κομμάτι πού ἔμενε ἐλέυθερο καί ἄς ἦταν ὑποταγμένο!
Ὅμως, καί ἄν ὁ πόλεμος δέν κατάφερε νά φτάσει μέχρι τή Ρώ, ἄλλη καταστροφή βρῆκε τό σπιτικό τῆς κυρά Δέσποινας. Ἀρρώστησε ὁ ἄντρας της βαριά. Προσπάθησε ἡ καημένη νά τόν γιατρέψει μέ ὅ,τι μποροῦσε…Μάταιες, ὅμως, οἱ προσπάθειές της…Ὁ κυρ Κώστας χειροτέρευε μέρα μέ τή μέρα….Καί ἔτσι ἀποφάσισε νά τόν πάει στό Καστελλόριζο! Πῶς ὅμως; Πῶς νά πήγαινε ἕνα βαριά ἄρρωστο ἑπτά μίλια μέσα σ’ ἕνα φουρτουνιασμένο πέλαγος, μέ μιά μικρή βαρκούλα καί χωρίς συντροφιά, μέσα στό καταχείμωνο; Μόνο οἱ θαλασσινοί καταλάβαιναν τίς ἀγωνίες της καί ὁ Θεός ἤξερε τούς φόβους της….! Τό ἀποφάσισε ὅμως, δέν μποροῦσε νά τον ἐγκαταλείψει… Κίνησε γιά τό μαρτυρικό ταξίδι… Ἄλλα ὅμως ἦταν τά σχέδια τοῦ Θεο. Πρίν φτάσουν στό Καστελλόριζο ὁ κυρ Κώστας διάβηκε τούς δρόμους τοῦ οὐρανοῦ καί ἔτσι ἡ κυρά τῆς Ρώ ἔμεινε ὁλομόναχη.
Μά ἡ καρδιά τῆς κυρά Δέσποινας ἤθελε τό γυρισμό. Δέν ἄντεχε νά μείνει στο Καστελλόριζο. Ζωντανή κλεισμένη σέ τάφο ἔμοιαζε ἡ ζωή της ἐκεῖ. Ἄλλο ἦταν το ποθούμενό της. Ἤθελε νά βλέπει τήν ἑλληνική σημαία νά κυματίζει στό νησί τῆς Ρώ. Οἱ συγγενεῖς καί οἱ γνωστοί της τήν συμβούλευαν νά μείνει στό Καστελλόριζο. Μια γυναίκα μόνη σέ ἕναν ἔρημο τόπο καί σέ καιρό πολέμου, ἦταν πολύ ἐπικίνδυνο.
Ἄλλωστε στό Καστελλόριζο ζοῦσε καί ἡ δόλια ἡ μάνα της, πού σχεδόν ἦταν τυφλή. Ὅμως τίποτε δέν τήν κρατοῦσε. Τήν ἀπόφαση τήν εἶχε πάρει: «Θά φύγω καί ὅ,τι μέ βρεῖ. Τουλάχιστον θά πεθάνω λεύτερη στήν πατρίδα καί τό χῶμα μου». Πέρασε και ἀπό τό νεκροταφεῖο νά ἀποχαιρετήσει τόν ἄντρα της: «Κωνσταντή μου, τοῦ εἶπε, σ’ἀφήνω μόνο σου ἐδῶ, μά δέν μπορῶ νά κάμω ἀλλιῶς. Πρέπει νά πάω στό νησί μας. Ἡ Ἑλλάδα πρέπει νά ζήσει κι ἐκεῖ. Πιστεύω πώς θά μέ καταλαβαίνεις. Ἀγωνίστηκες γι’αὐτή. Τό ἴδιο θἄκανες κι ἐσύ! Τό καντήλι σου ὅμως θἆναι ἀναμμένο κάθε μέρα. Σαν πεθάνω θἄρθω κοντά σου. Ὁ Θεός νά δώσει νά λευτερωθοῦν γρήγορα τά νησιά μας, γιά νά νιώθουμε πιό ἐλαφρό τό χῶμα πού θά μᾶς σκεπάζει. Τό κορμί σου εἶναι ἐδῶ, μά ἡ ψυχή σου στό νησί μαζί μου. Θά σέ νιώθω ὅπως τότε ἐκεῖ»! …..
Ἡ κυρά Δέσποινα ἔδεσε τή βαρκούλα της πίσω ἀπό ἕνα καΐκι πού θά ἔφευγε για τή Ρόδο καί ἐπέστρεψε στή Ρώ, ἔχοντας πάρει καί τήν τυφλή μητέρα της μαζί. Ἡ ζωή στό νησάκι ὅπως πάντα ἦταν δύσκολη καί πόσο μᾶλλον τώρα πού ἔλλειπε καί ὁ Κώστας. Ἡ ὑγεία τῆς μητέρας της ἐπίσης καθημερινά χειροτέρευε. Ἐνῶ ὁ πόλεμος στά νησιά εἶχε φτάσει στό κατακόρυφο.
Εἶχε περάσει πάνω ἀπό ἑνάμισης χρόνος ἀπό τόν θάνατο τοῦ κυρ Κώστα. Ἦταν 13 Σεπτεμβρίου τοῦ 1943, ὅταν ἡ κυρά Δέσποινα εἶδε ἔξω ἀπό τόν κόλπο νά περνᾶ με γρηγοράδα καί ὑπερηφάνεια ἕνα ὄμορφο μεγάλο πολεμικό πλοῖο. Ἦταν το ἀντιτορπιλικό «ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ». Οἱ σύμμαχοι τοῦ ἀνέθεσαν μιά πολύ τολμηρή καταδρομή στό Καστελλόριζο, γιά νά ἀποβιβάσει στρατό καί νά ἐλευθερώσει τό νησί ἀπό τούς Ἰταλούς. Οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες εἶδαν τήν ἑλληνική σημαία στό νησάκι τῆς Ρώ διασχίζοντας τή θάλασσα. Εἶδαν καί τήν κυρά Δέσποινα μέ τά κιάλια…Ρώτησαν κι ἔμαθαν γι’ αὐτήν καί τό νησί της….καί πρίν φύγουν γιά να συνεχίσουν τόν ἀγῶνα δεκαπέντε ἄντρες ἀπ’ αὐτούς πῆγαν νά τήν συναντήσουν.… «Ὁ ἑλληνικός στρατός σοῦ στέλνει τούς χαιρετισμούς καί τόν θαυμασμό του. Σήμερα ἤρθαμε ἐδῶ γιά συμβολική ἀπελευθέρωση τῆς Ρώ ἀπό τόν ἑλληνικό στρατό…Αὔριο θά φύγουμε γιά νά συνεχίσουμε τόν ἀγώνα. Δέν χρειάζεται νά μείνει κάποιος ἀπό μᾶς ἐδῶ. Ἐσύ εἶσαι ὁ καλύτερος ἀντικαταστάτης τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ. Εἶσαι μεγάλη πατριώτισσα. Πολέμησες μέ τόν τρόπο σου πιό μπροστά ἀπό μᾶς καί ἐλευθέρωσες μόνη σου, πιό νωρίς, τό νησί σου. Εἶσαι μεγάλη Ἑλληνίδα. Οἱ ἀνώτεροί μου καί ὁ κυβερνήτης τοῦ ἀντιτορπιλικοῦ σέ συγχαίρουν θερμά….!»
Ἕνα ὅλόκληρο βράδυ μεῖναν μαζί μέ τήν Κυρά Δέσποινα…. Ἐκείνη τους περιποιήθηκε καί τούς φρόντισε σάν νά ἦταν δικά της παιδιά…ἀλλά καί αὐτοί τῆς ἐξηγήσανε πολλά γιά τόν πόλεμο, τήν Ἑλλάδα καί τόν ἀγώνα γιά τή λευτεριά. Την ἄλλη μέρα, στό ξημέρωμα, ἔφυγαν. Ἡ κυρά Δέσποινα τούς ἔδωσε τήν εὐχή της καίτήν ὑπόσχεση πώς ὅσο θά ζοῦσε ἡ ἑλληνική σημαία θα κυμάτιζε στή Ρώ.
Ἀκολούθησαν δύσκολα χρόνια γιά τήν Ἑλλάδα. Ἡ κυρά Δέσποινα, ὅμως, στην ἀντάρα τοῦ πολέμου δέν ἐγκατέλειψε τόν τόπο της. Τί κι ἄν ὅλοι οἱ Καστελλοριζῶτες ἀναγκάστηκαν νά φύγουν πρόσφυγες παίρνοντας μαζί τους μόνο ὅ,τι μποροῦσαν να κρατήσουν στά χέρια τους, ἐνῶ πίσω τά σπιτια τους γκρεμίζονταν ἀπό τούς βομβαρδισμούς… Τί κι ἄν τήν παρακαλέσαν νά φύγει ἀπό τή Ρώ γιά νά σώσει τή ζωή της….Ἔμεινε σταθερή στήν ἀπόφασή της: «Ἐγώ δέν σαλεύω ἀπό τόν τόπο μου. Δεν ἔφυγα οὔτε ὅταν ἦρθαν οἱ Τούρκοι καί θά φύγω τώρα πού εἶμαι λεύτερη; Κι ἄν ὑπάρχουν κίνδυνοι δέν μέ νοιάζει. Τούς ἔχω περάσει κι ἄλλες φορές. Κι ἦταν πιο μεγάλοι. Ἐδῶ θά μείνω. Γιά τήν ὑπόλοιπη ζωή μου δύο πράγματα μοῦ ἔχουν μείνει: ἡ Πατρίδα μου καί ἡ Σημαία της. Δέν θά τ’ ἀφήσω ὅ,τι καί νά γίνει. Κοντά τους ἔζησα, κοντά τους ζῶ καί κοντά τους θά πεθάνω!! Δέν ἔχω ἄλλο σκοπό! ….Θά πολεμήσωὅπως ἐγώ μπορῶ… Κι ἄν εἶναι νά πεθάνω γιά τήν πατρίδα ΑΞΙΖΕΙ!».
Μιά τέτοια ἀπάντηση, παιδιά, μόνο οἱ ἡρωίδες τῆς πατρίδας μας ἔδιναν. Γι’ αὐτό καί ἕνας ἀξιωματικός τοῦ Ἄγγλου διοικητή, δύο μέρες μετά τήν ἡρωϊκή ἀπόφαση τῆς κυρᾶς νά παραμείνει στό νησί, τήν ἐπισκέφθηκε μέ δύο στρατιῶτες καί ἀφοῦ την χαιρέτησε στρατιωτικά, τήν συνεχάρη γιά τό θάρρος της…!! Καί ὅχι μόνο δέν την πῆραν μέ τή βία ἀπό τό νησί, ἀλλά γιά τίς δύσκολες μέρες πού θά ἔρχονταν τῆς ἄφησαν κιβώτια μέ τρόφιμα καί ἐφόδια πού θά τῆς ἦταν ἀπαραίτητα.
Ὁ χαλασμός δέν ἄργησε νά ξεσπάσει…. Κρότοι, κανονιές, φωτιές, ἀεροπλάνα, βόμβες….χαμός πολέμου καί καταστροφή… Καί ὅμως μέσα σέ αὐτόν τόν χαμό ἡ κυρά Δέσποινα, παιδιά, συνέχιζε νά ὑψώνει τήν σημαία μας! Ἡ Ἑλλάδα ζοῦσε και πολέμαγε γιά τή λευτεριά της.
Μέσα σέ αὐτή τή μανία τοῦ πολέμου ἄλλο κακό βρῆκε τή κυρά Δέσποινα: πέθανε ἡ γριά μάνα της. Καί τότε μέσα στήν ἀπελπισία της χωρίς παπᾶ, χωρίς τά χρειαζούμενα ἀποφάσισε νά τή μεταφέρει στό Νυφτάκι πού ἦταν τό νεκροταφεῖο τοῦ Καστελόριζου. Μόνη της τήν ξενύχτισε, ἔχοντας παρέα τούς κρότους πού ἀκούγονταν ξέμακρα καί τά χαράματα πρίν ἀκόμη ξημερώσει, ἀφοῦ ὕψωσε τή σημαία, κίνησε πρός τή βάρκα…. Πῶς νά μεταφέρει τό νεκρό σῶμα τῆς μάνας της χωρίς βοήθεια;
Πῶς νά τό βάλει μέσα στή βάρκα καί πῶς νά βγεῖ ἀπ’ τό νησί;…. Ὧρες ἀγωνίας και τρόμου γιά τήν κυρά Δέσποινα….μόνο ὁ Θεός γνώριζε πῶς αἰσθανόταν ἐκείνες τις στιγμές…Τσακισμένη…μούσκεμα ἀπό τόν ἱδρώτα, τά δάκρυα καί τά νερά τῆς ταραγμένης θάλασσας πάσχισε νά περάσει ἀπέναντι μοιρολογώντας τήν τύχη της…. Καί γύρω ἡ φωτιά τοῦ πολέμου μέ τούς ἀπόηχους τῶν κανονιῶν καί τῶν ἀεροπλάνων… Μέ τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου ἔφτασε στό Νυφτάκι καί μέ μεγάλη δυσκολία ἔβγαλε τό λείψανο στή ξηρά… Μόνη της ἔσκαψε, μόνη της ἔψαλε και προσευχήθηκε, μόνη της ἔθαψε τό μοναδικό πρόσωπο πού τῆς εἶχε ἀπομείνει γιά συντροφιά…Ἔμεινε σχεδόν ὅλη τήν ἡμέρα ἐκεῖ καί τό βραδάκι ἔφτασε πάλι στο νησάκι τῆς Ρώ κατατσακισμένη γιά νά συνεχίσει τό σκοπό της: νά ὑψώνει κάθε μέρα τήν ἑλληνική σημαία!
Τό 1944 ἕμαθε ἀπό περαστικούς Καστελλοριζῶτες ἡ κυρά Δέσποινα, πώς ὁ πόλεμος τελείωσε. Χρειάστηκε νά περάσουν ὅμως λίγα χρόνια γιά νά ἔρθει το ποθούμενο….7 Μαρτίου 1948 πραγαμτοποιήθηκε ἡ ἕνωση…Καί τότε ἤρθε ἡ λευτεριά! Τά νησιά ἀνάσαιναν πραγματικά! Τό νησάκι τῆς Ρώ ὅμως εἶχε ἑνωθεῖ ἀπό τό 1929! Ἀπό τότε κυμάτιζε ἐκεῖ ἡ ἑλληνική σημαία χάρη στή κυρά Δέσποινα!
Ἡ κυρά Δέσποινα βραβεύτηκε ἀπό τήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τό Πολεμικό Ναυτικό, τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τό Δήμο Ρόδου καί ἄλλους φορεῖς. Τό Ὑπουργείο Ἐθνικῆς Ἄμυνας ἔστειλε ναυτικό ἄγημα στό Καστελλόρριζο ὅπου, στίς 23 Νοεμβρίου 1975, τῆς ἀπένειμε τό μετάλλιο γιά τήν πολεμική περίοδο 1941-1944. «Γιά τήν Ἑλλάδα τό ‘κανα. Νοιώθεις πιό πολύ τήν Ἑλλάδα, χαμένος ὅπως εἶσαι μέσα στό πέλαγος, λίγες ἑκατοντάδες μέτρα ἀπό τίς Τουρκικές ἀκτές», εἶπε ὅταν τήν βράβευσε ἡἈκαδημία Ἀθηνῶν.
Ἡ Δέσποινα Ἀχλαδιώτου κοιμήθηκε σέ ἡλικία 92 ἐτῶν στίς 13 Μαΐου 1982 και ἐτάφη μέ τιμές Ἐθνικῆς ἡρωίδας κάτω ἀπό τόν ἰστό τῆς σημαίας πού χρόνια ὕψωνε δείχνοντας σέ ὅλους τήν ἑλληνική ταυτότητα τοῦ νησιοῦ. «Ὅσο θά ὑπάρχουν Ἕλληνες θά ὑπάρχει καί Ἑλλάδα! Ὁ Θεός μας δέν θά τήν ἀφήσει νά χαθεῖ!» ἦταν τά τελευταῖα λόγια της….