Oτι έχει χαθεί η μπάλα, αυτό πλέον είναι σίγουρο. Όταν λέμε όμως ότι έχει χαθεί, εννοούμε ότι έχει χαθεί τελείως. Και δεν αναφέρομαι στα 222 εκατομμύρια ευρώ που δαπάνησε η Παρί για να αποκτήσει τον Νεϊμάρ, ή τουλάχιστον, δεν αναφέρομαι μόνο σε αυτά. Το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο όχι μόνο δείχνει ότι δεν επηρεάζεται από την οικονομική κρίση που μαστίζει τις χώρες της ηπείρου, αλλά τραβάει ανεξέλεγκτο προς τα μπροστά, συντρίβοντας ρεκόρ, ξεπερνώντας όρια και ανοίγοντας συνεχώς νέες “προοπτικές” για καταστρατήγηση κάθε κανόνα και κάθε λογικής. Από τη μία μεγιστάνες του πλούτου και “πεινασμένοι” χορηγοί, από την άλλη “άρρωστοι” μανατζαραίοι και εγωιστές – με την κακή έννοια – παίκτες, παντού σχεδόν μέσα στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο επενδυτές από αγορές αδιανόητες μέχρι πριν μερικά χρόνια, και μέσα σε όλα αυτά ένας κοινός παρονομαστής υπερβολής που κινεί πλέον τα νήματα στις μεταγραφές και δεν είναι άλλος από την απληστία με κάθε έννοια και σε κάθε μορφή.
Έβαλα ως κεντρική φωτογραφία στο κείμενο τους τρεις εκπροσώπους-μάνατζερ-δικηγόρους του Νεϊμάρ κατά την άφιξή τους στα γραφεία της ισπανικής Λίγκας, όπου πήγαν για να καταθέσουν την επιταγή αποπληρωμής της ρήτρας του Βραζιλιάνου, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η μετακίνησή του στην Παρί. Και δεν την επέλεξα για άλλον λόγο, παρά μόνο για τον προφανή (παραφράζοντας την ελληνική παροιμία): “δείξε μου τα μούτρα σου, να σου πω ποιος είσαι”. Οι αχόρταγοι μάνατζερ είναι μια από τις μεγαλύτερες πληγές του ποδοσφαίρου τις τελευταίες περίπου δυο δεκαετίες. Ξεφύτρωσαν αθόρυβα, αλλά σύντομα άρχισαν να λύνουν και να δένουν. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι εκείνο που συνέβη ακριβώς πριν είκοσι χρόνια, το καλοκαίρι του 1997 στην Ισπανία, με την υπόθεση του Ρονάλντο.
Το “φαινόμενο” είχε πάει στη Βαρκελώνη το καλοκαίρι του 1996 και στην πρώτη του σεζόν είχε κάνει απίστευτα πράγματα (47 γκολ σε 49 συμμετοχές). Συνεχίζω να υποστηρίζω ότι ποτέ δεν έφτασε ξανά στο επίπεδο εκείνης της μαγικής χρονιάς, σχετικά πάντως άγνωστης σε πολλούς. Πριν ολοκληρωθεί η αγωνιστική περίοδος, οι μάνατζερ του παίκτη ζήτησαν πρόωρη επέκταση του συμβολαίου και αναπροσαρμογή των αποδοχών του πελάτη τους. Ο Νούνιεθ χωρίς κανένα πρόβλημα και έχοντας καταλάβει τί φλέβα χρυσού είχε πετύχει, κάθισε στο τραπέζι μαζί τους για να συζητήσουν και να συμφωνήσουν. Η πρόταση της Μπαρτσελόνα ήταν πραγματικά εντυπωσιακή: πέντε χρόνια με 500 εκατομμύρια πεσέτες ετήσιες απολαβές (δηλαδή 1 δις δραχμές της εποχής). Ενώ οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονταν και όλα έδειχναν ότι οι δυο πλευρές βρίσκονταν σε καλό δρόμο, ήρθε σφήνα η πρόταση της Ίντερ.
“ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΩ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΟΥ”!!!
Λουίς Σουάρεθ, Ρονάλντο και Σάντρο Ματσόλα στην επίσημη παρουσίαση του Βραζιλιάνου το 1997 από την Ίντερ (AP Photo/Luca Bruno)
Ο Μοράτι, πρόεδρος των “νερατζούρι”, ήρθε πρώτα σε επαφή όχι με τον παίκτη, αλλά με τους μάνατζέρ του. Τους υποσχέθηκε ένα γερό πριμ μεταγραφής στην περίπτωση που έπειθαν τον πελάτη τους να προτιμήσει την Ίντερ και περίμενε. Επειδή έτσι κι αλλιώς τα χρήματα που έδιναν οι Καταλανοί ήταν πάρα πολλά, ο Μοράτι – για τα μάτια του κόσμου – άφησε να διαρρεύσει στον ιταλικό Τύπο ότι η δική του πρόταση ήταν (μιλάμε σε δραχμές για να μην μπερδευτείτε) 1 δις 50! Δηλαδή στο βάθος της πενταετίας, ο Ρονάλντο θα εισέπραττε 250 εκατομμύρια δρχ περισσότερα από το αν έμενε στη Μπαρτσελόνα. Είναι τελείως χαζό ακόμα και να το συζητάμε. 5 δις από τη μια, 5 δις 250 από την άλλη. Δηλαδή δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης. Και όμως, οι μανατζαραίοι, έχοντας μυριστεί μπαγιόκο, έπεισαν τον πελάτη τους όχι μόνο να δεχτεί την πρόταση της Ίντερ, αλλά και να κάνει τη δήλωση της δεκαετίας: “Προτίμησα την Ίντερ γιατί έπρεπε να κοιτάξω το μέλλον μου”!!!
Εκείνη η “μάχη” χάθηκε για τους “μπλαουγκράνα” ακριβώς επειδή ο Νούνιεθ αρνήθηκε να “ματσάρει” το πλουσιοπάροχο πριμ που είχε προσφέρει ο Μοράτι στους μάνατζερ. Ο πρόεδρος των culés απεχθανόταν τελείως τη φάρα τους και εδώ που τα λέμε, δεν είχε άδικο. Ο εκπρόσωπος ενός παίκτη κοιτάζει να υπηρετήσει τα συμφέροντα του πελάτη του και μόνο αυτά. Προφανώς και υπάρχουν τέτοιοι ατζέντηδες, όμως οι άλλοι, οι “πρώτα κοιτάζω την πάρτη μου”, έχουν πολλαπλασιαστεί με γεωμετρική πρόοδο τα τελευταία χρόνια. Ανθρωπάρια τα οποία προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αξία των πελατών τους, για να βγάλουν οι ίδιοι όσα περισσότερα χρήματα μπορούν. Μια “ξεχωριστή” υποκατηγορία αυτών, είναι και οι περίφημοι πατεράδες-μάνατζερ, οι οποίοι στην κακή τους εκδοχή (γιατί προφανώς υπάρχει και η καλή εκδοχή), συγκεντρώνουν όλα τα στοιχεία για να γίνουν ό,τι πιο σιχαμένο υπάρχει στον χώρο τόσο του ποδοσφαίρου, αλλά και γενικότερα του αθλητισμού.
ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ – ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ!
Πατέρας και γιος Νεϊμάρ (AP Photo/Francois Mori)
Φαντάζομαι δεν χρειάζεται να ψάξετε και πολύ για παραδείγματα, αφού υπάρχουν αυτά των μπαμπάδων του Μέσι και του Νεϊμάρ. Ο δεύτερος πρωταγωνίστησε τις τελευταίες εβδομάδες στην υπόθεση της μεταγραφής του γιου του, καβατζάροντας για τον εαυτό του ένα καράβι εκατομμύρια ως αμοιβή και πριμ από τον Αλ Κελαϊφί. Όμως όχι, δεν του έφταναν, όπως δεν του έφταναν και όλα όσα έχει βγάλει την προηγούμενη τετραετία από την Μπαρτσελόνα. Ο τύπος αυτός είχε το θράσος να ζητήσει και τα 26 εκατομμύρια ευρώ που είχε συμφωνήσει με τους “μπλαουγκράνα” να πάρει ως πριμ για την ανανέωση του συμβολαίου που έκανε πέρυσι ο γιος του. Ειλικρινά δεν μου αρέσει να κρίνω κάποιον από τα μούτρα του (και ήδη το έχω κάνει μια φορά σήμερα, με τους φλώρους της κεντρικής φωτογραφίας), αλλά είναι σαν να πηγαίνει γυρεύοντας ο Νεϊμάρ Σάντος ο πρεσβύτερος (αυτό το Σάντος πάλι, τί το ήθελε;).
Τον κοιτάς και καταλαβαίνεις πολλά. Ιδρωμένος, αγχωμένος, με μισόκλειστα μάτια και ένα κομπιουτεράκι μέσα στο κεφάλι του, που μετράει συνεχώς όχι μόνο εκατομμύρια, αλλά και τα ψιλά, μέχρι το τελευταίο λεπτό. Το πιο τραγικό απ’ όλα, ήταν ότι ο οικογενειακός θίασος, αντί να πει καθαρά και ξάστερα “ότι ναι, πήγαμε στην Παρί και για τα φράγκα και για να είναι ο μικρός νούμερο ένα”, άρχισαν τα παραμύθια και τα δάκρυα. Ότι ο μπαμπάς ήθελε να μείνω στην Μπάρτσα, αλλά εγώ έκανα αυτό που ήθελα και λοιπές γελοιότητες. Με μεγαλύτερη φυσικά αυτήν που αναφέραμε προηγουμένως. Υπογράφει (το 2016) ο γιος μου για μια πενταετία και επειδή ίδρωσα να τον πείσω, θέλω και 26 μύρια. Και δεν τρέχει που έναν χρόνο αργότερα φεύγει, εγώ θέλω το μπαγιόκο γιατί ακόμα είμαι κουρασμένος από τα περσινά. Πραγματική αηδία, από όπου και αν το εξετάσεις. Ανθρώπινη κατάντια. Όπως κατάντια αποδείχτηκε και ο άλλος, ο Χόρχε Οράσιο, ο μπαμπάς του Μέσι.
ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟΙ ΦΟΡΟΦΥΓΑΔΕΣ – ΤΖΑΜΠΑ ΜΑΓΚΕΣ
Οι δικηγόροι των Μέσι (πατρός και υιού) στη δίκη για τη φοροδιαφυγή
Ο οποίος έχει γιο μια από τις μεγαλύτερες μηχανές παραγωγής χρημάτων στον παγκόσμιο αθλητισμό. Ο μπαμπάς είναι μάνατζερ και έχει πάρει το οκ από τον Λέο να κάνει διαχείριση των καραβιών που αράζουν κάθε χρόνο έξω από το σπίτι του. Των καραβιών γεμάτων με λεφτά εννοώ προφανώς. Έχεις συγκεντρώσει για να ζήσετε σαν μαχαραγιάδες εσύ και οι 50 τουλάχιστον ερχόμενες γενιές σου, αλλά αντί να είσαι εντάξει στις υποχρεώσεις σου, πας να το παίξεις μάγκας στην εφορία και σκαρώνεις ένα κάρο βρωμιές για να γλυτώσεις τί ακριβώς; Ποια θα είναι η διαφορά στη ζωή σου, αν όταν σταματήσει ο γιος σου τη μπάλα, βρεθείς με 500 εκατομμύρια ευρώ, αντί για 600; Πήγε λοιπόν ο κόπανος να κρύψει έσοδα και τον τσάκωσαν για 4 εκατομμύρια. Πέρα από το τράβηγμα και του ίδιου και του γιου του στα δικαστήρια, την αρνητική δημοσιότητα και την τελική καταδίκη (15 & 21 μήνες αντίστοιχα), ξέρετε πόσα αναγκάστηκε να πληρώσει ο μάγκας σε αναδρομικά χρέη και πρόστιμα; Πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ…
Και αφού μιλάμε για εφορίες, πρόσφατο είναι και το παράδειγμα του Κριστιάνο. Εκεί τα χρήματα που η εφορία θεωρεί ότι “εξαφανίστηκαν”, είναι πολύ περισσότερα, 14.7 εκατομμύρια ευρώ. Και η ποινή, αν τελικά καταδικαστεί και ο ίδιος ο παίκτης, μπορεί να κυμανθεί από δύο μέχρι και επτά χρόνια. Θα μου πείτε, μα γνώριζε ο Πορτογάλος για τα χρήματα που δεν είχαν δηλωθεί; Θα σας απαντήσω ότι δεν το πιστεύω. Ούτε ο Κριστιάνο, ούτε ο Μέσι ασχολούνται με τα καράβια λεφτά που βγάζουν. Όμως η δικαιοσύνη μπορεί κάλλιστα να τους κατηγορήσει για την επιλογή των προσώπων, στα οποία παραδίδουν τη διαχείριση των χρημάτων τους. Και επειδή η απληστία αυτών των διαχειριστών συνεχώς μεγαλώνει, δεν θα με ενοχλούσε καθόλου κάποια στιγμή να δούμε κάποιους από δαύτους να μπαίνουν στη μπουζού. Είτε λέγονται Χόρχε Οράσιο, είτε είναι συγγενείς οποιουδήποτε αστέρα του ποδοσφαίρου, είτε “έμπιστοι”, είτε “στενοί κύκλοι”.
ΕΓΩΙΣΜΟΙ ΠΟΥ ΕΚΝΕΥΡΙΖΟΥΝ & ΠΟΣΑ ΠΟΥ ΖΑΛΙΖΟΥΝ
Αλ Κελαϊφί και Νεϊμάρ στην παρουσίαση του Βραζιλιάνου (AP Photo/Francois Mori)
Αλλά και από την άλλη, δεν μπορεί το κάθε κακομαθημένο παιδάκι, ακριβώς επειδή ξέρει να κλωτσάει καλά τη μπάλα, κάθε φορά που ο “άλλος” υπογράφει για περισσότερα, να κάνει μούτρα και να απαιτεί άμεσα αναπροσαρμογή. Είναι αυτή η κακή πλευρά του εγωισμού (που ανέφερα στην αρχή) των παικτών του κορυφαίου επιπέδου, που έχει δημιουργήσει αυτή τη συνήθεια, βάζοντας βουτυράκι στο ψωμί του κάθε μάνατζερ, αλλά και στο δίδυμο χορηγών-επενδυτών, που δεν χάνουν ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τις “ευκαιρίες” που προκύπτουν. Παίρνει δέκα ο Μέσι; Εγώ θέλω 12, λέει ο Κριστιάνο. Πήρε 12 ο Κριστιάνο; Θέλει 13 ο Νέι. 13 ο Νέι; Στραβώνει ο Μέσι και το παραμύθι πάει λέγοντας. Και να οι μανατζαραίοι να την πέφτουν στους συλλόγους, “τον αδικείτε τον πελάτη μου”, “δεν περίμενε τέτοια αντιμετώπιση”, “θέλει να παίξει μεγάλη μπάλα και δεν τον αφήνετε”. Και να οι πρόωρες ανανεώσεις και οι αναπροσαρμογές, με το πάρτυ των πριμ που παίρνουν οι ατζέντηδες να έχει καταντήσει ρουτίνα.
Τα ποσά στις μετακινήσεις των παικτών έχουν ξεφύγει πλέον από κάθε λογική. Μέχρι χθες, στη διάρκεια της φετινής μεταγραφικής περιόδου, έχουν πραγματοποιηθεί 97 μεταγραφές αξίας άνω των 10 εκατομμυρίων ευρώ η καθεμία! Φυσικά ο αριθμός θα ξεπεράσει κατά πολύ τις εκατό, με τρεις εβδομάδες να απομένουν ακόμα μέχρι τη λήξη των αγοραπωλησιών. Από αυτές τις 97 μεταγραφές, οι 21 είναι αξίας άνω των 30 εκατομμυρίων! Και αν θέλετε να το δούμε αλλιώς, από τις 50 πιο ακριβές μεταγραφές όλων των εποχών, οι 35 έχουν γίνει από το καλοκαίρι του 2013 και μετά, δηλαδή μέσα στην τελευταία πενταετία. Φέτος, για να δώσουμε και μερικά παραδείγματα, δόθηκαν 222 εκ. για τον Νέι, 58 εκ. για έναν αμυντικό παίκτη (Μεντί) και 40 εκ. για έναν τερματοφύλακα (Έντερσον). Και όλα αυτά, εν μέσω Financial Fair Play της UEFA, το οποίο μπορεί να είχε τις καλύτερες των προθέσεων όταν δημιουργήθηκε, αλλά αποδείχτηκε διάτρητο και γεμάτο ασάφειες και παραθυράκια απέναντι στις “άγριες διαθέσεις” των υποψήφιων αγοραστών.
UEFA, ΧΟΡΗΓΟΙ & ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ
Οι χορηγοί παίζουν τεράστιο ρόλο τόσο στο προσκήνιο όσο και – πολύ περισσότερο – στο παρασκήνιο (AP Photo/Matthias Schrader)
Έτσι κι αλλιώς η αυστηρότητα της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας περιορίζεται είτε σε ομάδες δεύτερης και τρίτης σειράς, είτε σε ποινές, τις οποίες οι ισχυροί σύλλογοι τις βλέπουν και γελάνε. Πόσο μπορεί να πονέσει, ας πούμε, η τσέπη του Αλ Κελαϊφί με ένα πρόστιμο 20 ή 30 ή 40 εκατομμυρίων ευρώ, όταν έχει ήδη πληρώσει 222 και είναι διατεθειμένος να δώσει ακόμα 180 για να αγοράσει και τον Εμπαπέ; Υπάρχει ποτέ περίπτωση η UEFA να αποκλείσει την Παρί του Νεϊμάρ από το Champions League, αφήνοντας έτσι εκτός “προσκηνίου” ένα από τα πιο δυνατά της “χαρτιά” σε ό,τι αφορά την δημοφιλία, αλλά και την εμπορική διάσταση του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου; Η απάντηση είναι όχι. Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις αφόρητες πιέσεις που δέχεται η UEFA από τους χορηγούς, οι οποίοι με τη σειρά τους δαπανούν απίστευτα ποσά, όχι μόνο στις συμφωνίες που κάνουν με τους συλλόγους (ένδυση, διαφήμιση), αλλά και στην έμμεση τεράστια εξυπηρέτηση-διευκόλυνση που τους προσφέρουν, μπαίνοντας “μπροστά” όταν χρειάζεται να παρακαμφθεί το FFP σε περιπτώσεις πανάκριβων μεταγραφών.
Με την είσοδο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο επενδυτών από αγορές που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν “αδιανόητες”, όπως οι Άραβες, οι Αμερικανοί, οι Κινέζοι κλπ, το όλο θέμα ελέγχου – ισορροπίας, έχει βραχυκυκλώσει τελείως. Οι Ρώσοι μεγιστάνες που ήταν από τους πρώτους διδάξαντες, αλλά πλέον έχουν υποχωρήσει μπροστά στην λαίλαπα των “νεώτερων” που αναφέραμε πιο πάνω, ήταν ξεκάθαρο ότι στην μεγάλη τους πλειοψηφία, ήθελαν να ξεπλύνουν παράνομο χρήμα. Με τον πολλαπλασιασμό όμως ξένων επενδυτών και την ανεξέλεγκτη αύξηση των κεφαλαίων που διακινούνται πλέον στις μεταγραφές, η όρεξη για ακόμα μεγαλύτερα κέρδη, νόμιμα ή – κυρίως – παράνομα, έχει ανοίξει πολύ περισσότερο και σε πολλούς περισσότερους, με αποτέλεσμα η απληστία να εξαπλώνεται ακόμα και μέσα στη βάση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, δηλαδή την σημαντικότερη πηγή εσόδων μετά τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Γιατί είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι και οι σπόνσορες – προκειμένου να “φορεθούν” στις φανέλες των σταρ – κλείνουν συμφωνίες κάτω από το τραπέζι με σαφώς μεγαλύτερη ευκολία και με σαφέστατα μεγαλύτερα “αόρατα” ποσά-πριμ προς κάθε “ενδιαφερόμενο” (μάνατζερ, διοικήσεις, μεσάζοντες κλπ).
Το συμπέρασμα είναι ότι τα ποσά (σε κάθε επίπεδο) συνεχώς ανεβαίνουν. Μαζί τους μεγαλώνουν όμως, τόσο ο αριθμός όλων εκείνων που κοιτάζουν να “επωφεληθούν” από αυτή την καινούργια πραγματικότητα, όσο και οι ανήθικες πρακτικές για την εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων (μεγαλύτερα πριμ, εκβιαστικά διλήμματα, τεράστιο παρασκήνιο με πιέσεις και μυστικές συμφωνίες, μίζες προς κάθε κατεύθυνση, “επιστημονική” παράκαμψη των κανόνων της UEFA κλπ). Το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι απλώς ένα παιχνίδι, μπορεί να είναι το κατ’ εξοχήν λαϊκό άθλημα, όμως είναι και το κέντρο τεράστιων επιχειρηματικών συμφερόντων σε παγκόσμια κλίμακα, που κινούνται με βάση τη δύναμη της εξουσίας και των χρημάτων. Όσο όλο αυτό το σύστημα γιγαντώνεται και ξεφεύγει από κάθε ουσιαστικό έλεγχο, τα φαινόμενα διαφθοράς και απληστίας, αυξάνονται και αυτά, ανακαλύπτοντας συνεχώς καινούργιους τρόπους για να καρπώνονται κέρδη, αλλά και να προστατεύονται με επιτυχία από νόμους και κανόνες. Αδιαφορώντας προφανώς για το ίδιο το προϊόν και τη σωστή του διαχείριση, αφού το μόνο που μετράει είναι η αύξηση των μηδενικών στους αριθμούς που αναγράφονται πάνω στις επιταγές.
πηγή: sport24.gr