Το γραψα και στην εφημερίδα γιατί είναι το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό όταν το ματς μεταξύ της Γαλλίας και της Κροατίας τελείωσε: ο τελικός της Κυριακής ήταν σαν περίληψη προηγουμένων όλου του παγκοσμίου κυπέλλου, σαν οι δυο ομάδες να ήθελαν να μας δείξουν σε ενενήντα λεπτά όλα όσα είδαμε σε ένα μήνα. Είχε πολλά γκολ γιατί στο μουντιάλ αυτό είχαμε πολλά γκολ. Είχε ένα δραματικό πρώτο ημίχρονο χάρη στη γενναιοψυχία και το πάθος της Κροατίας που θαυμάσαμε σε όλο το τουρνουά.
Είδαμε στο δεύτερο ημίχρονο το ταλέντο κάποιων μονάδων της Γαλλίας, όπως του Πογκμπά και του Εμ Παπέ – ταλέντο που πριν αρχίσει η διοργάνωση γνωρίζαμε ότι θα είναι ο λόγος που θα πάνε μακριά. Είδαμε λάθη από τερματοφύλακες (ειδικά αυτό του Λορίς υπήρξε απίστευτο) διότι λάθη από τερματοφύλακες είδαμε πολλά στο μουντιάλ. Είδαμε τους τέσσερις της Κροατίας (τον Μάτζουκιτς, τον Πέρισιτς, τον Μόντριτς και τον Ράκιτιτς) πρωταγωνιστές σε όλα (ακόμα και σε αυτογκόλ και πέναλτι…). Είδαμε τον Γκριεζμάν να πατάει όλο το γήπεδο, είδαμε φυσικά και το VAR, που δεν θα μπορούσε να μην παίξει ρόλο στον τελικό στο πρώτο παγκόσμιο κύπελλο που χρησιμοποιήθηκε. Δεν είδαμε κάποια σπουδαία τακτική, είδαμε πελαγωμένες άμυνες, είδαμε τον Μόντριτς MVP κι ας μην κέρδισε. Ήταν μια εξαιρετική περίληψη προηγουμένων, αλλά εγώ περισσότερο από όλα αυτά θα κρατήσω από αυτό το μουντιάλ το ωραίο μάθημα του Ντεσάν.
Η απόφαση του Ντεσάν
Δυο χρόνια πριν στο Παρίσι οι Γάλλοι έχασαν ένα τρόπαιο από την Πορτογαλία που το άξιζαν όσο κανένα στην ιστορία τους. Είχαν βάλει του κόσμου τα γκολ, είχαν τον πρώτο σκόρερ της διοργάνωσης, τον Γριεζμάν, και τον MVP της, τον Παγιέτ. Είχαν κερδίσει άνετα τη Γερμανία στη Μασσαλία κι έπαιζαν στον τελικό με μια ομάδα που είχε φτάσει σε αυτόν κάνοντας ένα μόλις καλό ματς. Η Πορτογαλία είχε κερδίσει παίζοντας 120 λεπτά άμυνα και μόνο – οι Γάλλοι δεν ήταν καταιγιστικοί αλλά οι ευκαιρίες που είχαν γίνει ήταν όλες σχεδόν δικές τους: το ματς είχε κριθεί από ένα σουτ που χε κάνει ένας «κομήτης», ο Εντερ, στην παράταση – είχε μπει μάλλον για να βοηθήσει με το μπόι του στις στημένες φάσεις κι έγινε ήρωας. Στο τέλος του ματς η Ευρώπη ολόκληρη διασκέδαζε με το πάθημα των Γάλλων και αποθέωσε την πορτογαλική πονηριά: ειδικά στην Ελλάδα θυμηθήκαμε και τα δικά μας και καμαρώσαμε για τον Σάντος και το κατόρθωμά του. Και γιατί όχι; Εχουμε μάθει ότι στο ποδόσφαιρο ο κυνισμός του αουτσάιντερ είναι μια ωραία συνταγή επιτυχίας – μας επέτρεψε πολλές φορές να χαρούμε με τις ήττες των δυνατών, των πλούσιων, ή των άμυαλων που θέλουν να παίζουν μπάλα και που δεν είναι έξυπνοι και πονηροί, όπως οι άλλοι που κέρδισαν. Ο κυνισμός, όμως, δεν είναι καμιά σοβαρή αρετή – είναι απλά ένας τρόπος συμπεριφοράς. Κι ο Ντεσάν, σε αυτό το μουντιάλ, μας έδειξε τι θα μπορούσε να συμβεί αν σε μια διοργάνωση μια αληθινά δυνατή ομάδα αποφάσιζε να μην επιτρέψει σε κανένα να την πιάσει κορόιδο.
Ο συνδυασμός των δυο
Στο ποδόσφαιρο συχνά πυκνά υπήρξαν κορόιδα – όμως τα κορόιδα ήταν πάντα οι καλοί: οι άλλοι είτε δεν μπορούσαν να παίξουν περισσότερο κι έκαναν επένδυση στην άμυνά τους που είναι πάντα πιο εύκολη, είτε αποφάσιζαν να κοροϊδέψουν τους καλύτερους με τακτικές διαβολιές θυσιάζοντας πάντα το επιθετικό παιγνίδι. Οι Γάλλοι βαρέθηκαν να είναι κορόιδα και την ίδια στιγμή εμφανίστηκαν με μια τρομερά ταλαντούχα φουρνιά: ο συνδυασμός των δυο μας έδωσε μια Παγκόσμια Πρωταθλήτρια, που δεν ενθουσίασε παίζοντας «τόσο όσο», αλλά έφτασε στον σκοπό της αξιοποιώντας τελικά όλα τα όπλα της. Οι Γάλλοι απέκλεισαν με την τακτική τους τους Βέλγους πχ (που διάλεξαν αυτοί το ρόλο του αγαπημένου κορόιδου αυτή τη φορά), αλλά σε δυο ματς που αυτό χρειάστηκε έβαλαν οκτώ γκολ – τέσσερα στην Αργεντινή και τέσσερα στην Κροατία. Δεν το έκανε κανείς άλλος, γιατί κανείς άλλος δεν μπορούσε να το κάνει. Ο Ντεσάν είναι σαν να μας λέει ότι αν έχεις εξαιρετικούς δημιουργούς, για να κερδίσεις δεν πρέπει να παίξει η ομάδα για αυτούς, αλλά αυτοί για την ομάδα: η ομάδα πρέπει να έχει στο μυαλό της πως τον αντίπαλο θα τον ακυρώσει κι αυτοί πως θα της δώσουν τη νίκη.
Νομίζω πως η επιμονή του ουσιαστικά σε μια ενδεκάδα είχε να κάνει με ένα είδος σύμβασης ανάμεσα στον ίδιο και στους συγκεκριμένους παίκτες: αυτός θα τους στήριζε ό,τι κι αν συνέβαινε (κι αυτό έγινε – δείτε πχ τον Ζιρού που έπαιξε σε όλα τα ματς παρότι δεν σκόραρε) κι αυτοί θα έκαναν ό,τι αυτός ήθελε (δείτε πχ τον Γκριεζμάν, που αν υπήρχε ένα ματς ακόμα θα έπαιζε και αμυντικό χαφ). Η Γαλλία δεν ήταν απλώς η πιο νεανική ομάδα στο τουρνουά, αλλά και η πιο ακριβή. Κι όμως αυτοί οι μικροί πολυεκατομμυριούχοι κάθισαν προσοχή απέναντι στον προπονητή τους – κι ας τον είχαν δει να χάνει δυο χρόνια πριν στο Παρίσι. Τους ένωσε με τον Ντεσάν το ότι κορόιδα τότε είχαν πιαστεί και οι ίδιοι, απλά γιατί είχαν παίξει για να κερδίσουν – ο στόχος τους τώρα ήταν να μην αφήσουν τον κάθε πονηρό να γελάσει με τον ιδρώτα τους.
Τιμή στην Κροατία
Ηταν άδικο αλλά ο κυνισμός των Γάλλων στέρησε ένα τρόπαιο από την Κροατία, που μόνο κυνική δεν ήταν, αλλά κάπως έτσι συμβαίνει: την πληρώνει όχι αυτός που σε κλέβει, αλλά ο επόμενος, ειδικά αν έχεις γίνει σοφότερος. Τιμή στην Κροατία, που μας έδειξε ωραία πράγματα: πρώτα από όλα μια αξιοθαύμαστη και αξιολάτρευτη συνέπεια σε ένα είδος επιθετικού παιγνιδιού, το μυστικό του οποίου δεν ήταν η οργάνωση, αλλά η προσωπικότητα των παικτών. Εχω την εντύπωση ότι η ατυχία της Κροατίας ήταν ότι και οι τέσσερις προικισμένοι παίκτες της ήταν δημιουργικοί και επιθετικοί: αν στην άμυνα υπήρχε ένας Πέρισιτς, ένας Ράκιτις, ένας Μάτζουκιτς (δε λέω Μόντριτς γιατί αυτό είναι αδύνατο…), η κατάληξη του τουρνουά θα μπορούσε να είναι ολότελα διαφορετική. Η Κροατία έπαιζε και παίζει στηριγμένη στα θέλω αυτών των τεσσάρων: αυτοί κουβαλάνε την ομάδα, καθορίζουν το παιγνίδι και το χαρακτήρα της, κάνουν απλά τα πάντα, αλλά κανείς τους δεν μπορούσε να σουλουπώσει μια άμυνα, που βρέθηκε πίσω στο σκορ (κυρίως από δικά της λάθη) σε όλα τα νοκ άουτ ματς. Κάποιος θα πει ότι η προσέγγιση της Κροατίας στο τουρνουά, η μπάλα που έπαιξε για να το πω απλά, ήταν πιο τίμια από αυτή των Γάλλων – ίσως και πιο ενδιαφέρουσα. Θα διαφωνήσω διότι υπάρχει μια διαφορά που κάνει τη σύγκριση άδικη: η Κροατία πήγε για να διακριθεί και την τιμά που αποφάσισε να το κάνει παίζοντας κι όχι ψάχνοντας κορόιδα, αλλά η Γαλλία πήγε να πάρει το παγκόσμιο κύπελλο. Η διαφορά στο στόχο (και στο άγχος και στην πίεση) ήταν τεράστια.
Πολίτες στο κέντρο του κόσμου
H Γαλλία ζει ένα παραμυθένιο κύκλο επιτυχιών την τελευταία εικοσαετία: έχει παίξει τρεις τελικούς παγκοσμίου κυπέλλου και δυο τελικούς σε Euro κι έχει κερδίσει τρεις τίτλους. Αρχισε να κερδίζει όταν ενσωμάτωσε τους δικούς της μικρούς Αντετοκούνμπο- ας σταματήσουμε να μιλάμε για παιδιά από αποικίες κτλ. Ο Εμ Παπέ είναι γεννημένος στο Μπονί, σε ένα από τα χειρότερα προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας. Ο Ενγκολο Καντέ είναι κι αυτός γεννημένος στο Παρίσι. Ο Πογκμπά γεννήθηκε στη Μάρνη, σε μια πόλη 25 χιλιάδων κατοίκων. Ολοι αυτοί είναι Γάλλοι, ξέφυγαν από τη φτώχια, πρόκοψαν, γίνανε χάρη στη χώρα που γεννήθηκαν πολίτες ενός κέντρου του μεγάλου μας κόσμου. Πλέον είναι και παγκόσμιοι πρωταθλητές. Και το αξίζουν διότι κανείς δεν τους έπιασε κορόιδο.
πηγή: karpetshow.gr