Το βράδυ που η Μπαρτσελόνα δέχτηκε τα τέσσερα γκολ από την Παρί στο Παρκ Ντε Πρενς, όποιος αγαπάει το ωραίο ποδόσφαιρο μελαγχόλησε γιατί είδε την κατάρρευση του λαμπρότερου εκπροσώπου του. Υπήρξε μικρή παρηγοριά το ότι την Μπάρτσα την κέρδισε μια ομάδα, που παίζοντας διαφορετικά, διακρίνεται κι αυτή για το επιθετικό της πνεύμα, προτάσσοντας το χτίσιμο των επιθέσεων από την οργανωμένη και σκληρή άμυνα. Εκείνο το βράδυ σ όλη την Ευρώπη υπήρξαν επικήδειοι για τη μεγάλη αυτή ομάδα – έγραψα ένα κι εγώ.
Είναι εντυπωσιακό ότι κάποιες μέρες αργότερα ο αριθμός των ποδοσφαιρόφιλων, που πιστεύουν πως απόψε μπορεί να ανατραπεί στο Καμπ Νου ακόμα κι αυτό το επιβλητικό 0-4, έχει αυξηθεί σημαντικά. Κι αυτό είναι ένα από τα πιο μεγάλα παράσημα αυτής της καταπληκτικής ομάδας: καμία άλλη δεν μπορεί να προκαλέσει αυτή την σχεδόν ανεξήγητη προσδοκία ενός θαύματος.
Εχουμε δει τα πάντα
Γιατί ο κόσμος πιστεύει στο αδύνατο; Γιατί τα μάτια του έχουν δει από αυτή την απίστευτη ομάδα πολλά. Η καλύτερη Μπαρτσελόνα της ιστορίας είναι σίγουρα αυτή του Πεπ Γκουαρντιόλα που από το 2008 έως το 2012, έσπειρε τον πανικό στην Ευρώπη. Σε αυτό το διάστημα η Μπαρτσελόνα κέρδισε τρία πρωταθλήματα Ισπανίας, δυο κύπελλά και φυσικά δυο Τσάμπιονς λιγκ, δυο ευρωπαϊκά σούπερ καπ, δυο παγκόσμια κύπελα συλλόγων. Ο Γκουαρντιόλα είχε καταφέρει την πρώτη του σεζόν να κερδίσει όλες τις διοργανώσεις στις οποίες η ομάδα του πήρε μέρος, μολονότι η βάση της ομάδας ήταν η ενδεκάδα που ένα χρόνο πριν με τους ίδιους σχεδόν παίκτες δεν κέρδισε τίποτα. Η μόνη σοβαρή προσθήκη ήταν ο Μέσι, ώριμος και έτοιμος να κάνει τη διαφορά πριν καλά καλά κλείσει τα 21 του χρόνια. Πιο πολύ πάντως και από τους τίτλους ο κόσμος έτριβε τα μάτια του βλέποντας την ομάδα του Πεπ να κερδίζει με σκορ που κανείς δεν περίμενε να ξαναδεί στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο με τέτοια συχνότητα.
Την πρώτη χρονιά του Γκουαρντιόλα η Μπαρτσελόνα κέρδισε 2-5 την Σπόρτινγκ Λισαβώνας, 0-5 τη Βασιλεία, 2-5 την Λιόν, 4-0 την Μπάγερν. Την δεύτερη χρονιά 4-0 την Στουτγάρδη και 4-1 την Αρσεναλ. Την τρίτη 5-1 τον ΠΑΟ και 5-2 την Σαχτάρ, πριν βάλει τρία γκολ στην πανίσχυρη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στον τελικό του Γουέμπλεϊ κι αφού προηγουμένως είχε φιλοδωρήσει με πεντάρες την Ρεάλ Μαδρίτης στο ισπανικό πρωτάθλημα. Την τέταρτη σεζόν έβαλε τέσσερα γκολ στην Μίλαν πριν τον τραυματισμό του Μέσι την κατάρρευσή της απέναντι στη Μπάγερν: όλα αυτά τα έκανε παίζοντας συνήθως χωρίς φορ. «Ο καλύτερος μας επιθετικός είναι ο χώρος του γηπέδου που πρέπει να πατήσουμε» έλεγε ο Γκουαρντιόλα.
Η Μπαρτσελόνα προέκυψε σχεδόν κόντρα στην μόδα μιας εποχής, στην οποία είδαμε να γίνονται σταρ ο Μουρίνιο κι ο Αντσελότι πχ: πριν την δική της έκρηξη, στο Τσάμπιονς λιγκ μετά την φάση των ομίλων, γκολ πολλά βλέπαμε συνήθως μόνο αν αγγλικές ομάδες έπεφταν μεταξύ τους κι αυτό όχι πάντα. Το 2007 η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε κερδίσει στα πέναλτι την Τσέλσι σε ένα από τους πιο βαρετούς τελικούς στην ιστορία. Το 2012 η Μπάρτσα κέρδισε 7-1 τη Λεβερκούζεν: κανείς δεν ένοιωσε έκπληξη.
Χρειάστηκε λίγη υπομονή
Όταν ο Γκουαρντιόλα έφυγε πιστέψαμε ότι πήρε μαζί του και τον μυστικό των πολλών γκολ και του ανελέητου επιθετικού παιγνιδιού, αλλά δεν ήταν έτσι. Χρειάστηκε λίγη υπομονή για να ρθει ο Λουίς Ενρίκε, ένα άλλο παιδί του συλλόγου που έχει ανάλογη αγάπη για το επιθετικό ποδόσφαιρο. Στα χρόνια του είδαμε τη μεγαλύτερη επιθετική τριπλέτα όλων των εποχών (Μέσι, Νεϊμάρ, Σουάρες) να κατατροπώνει τις άμυνες όλες της υφηλίου. Στα πρώτα του εκατό ματς ο Ενρίκε είχε καλύτερα αποτελέσματα και από τον Γκουαρντιόλα, αλλά και από τον Κρόιφ αρχιτέκτονα της Μπάρτσα του Στόισκοφ, του Ρομάριο, του Λάουντρουπ. Κέρδισε 80 ματς, ενώ ο Γκουαρντιόλα 71 και ο Κρόιφ 60. Στα δυο πρώτα του χρόνια η ομάδα του Ενρίκε σημείωσε 40 γκολ περισσότερα από αυτή του Γκουαρντιόλα και 80 (!) από εκείνη του Κρόιφ. Στο δρόμο για το Βερολίνο και για μια ακόμα κατάκτηση του Τσάμπιονς λιγκ, η Μπάρτσα μοίραζε τριάρες σε ομάδες όπως η Παρί, ο Αγιαξ, η Μπάγερν του Γκουαρντιόλα – στον τελικό κέρδισε για πλάκα τη Γιούβε. Ηταν μια ομάδα που δεν έκανε την κατοχή της μπάλας που έβλεπες από τη Μπάρτσα του Πεπ, που δεν είχε τον Τσάβι που μπορούσε να κάνει 225 πάσες σε κάθε ματς, αλλά η τριπλέτα της μπροστά έβγαζε φωτιές. Το 2014 οι τρεις έβαλαν 120 γκολ – μόνο ο Μέσι 58 σε 56 ματς!
Την πρώτη του σεζόν ο Λουίς Ενρίκε τα κέρδισε όλα, όπως ακριβώς και ο Πεπ, δείχνοντας ένα άλλου τύπου ποδόσφαιρο – ίσως λιγότερο θεαματικό, αλλά πιο γρήγορο και περισσότερο βασισμένο σε ατομικές ενέργειες, παρά σε συνεργασίες. Σίγουρα ωστόσο θεαματικό, αποτελεσματικό, υπέροχο. Όλα αυτά που είναι πάρα πολύ πρόσφατα κάνουν απόψε πολύ κόσμο να πιστεύει πως αν υπάρχει μια ομάδα ικανή να ανατρέψει το σε βάρος της 4-0, πετυχαίνοντας κάτι που δεν έχει ξαναγίνει, αυτή είναι η Μπαρτσελόνα και μόνο αυτή.
Τέρμα το γκάζι
Εχει ενδιαφέρον πως φτάνουνε στο σημερινό ματς. Ο Ενρίκε ανακοίνωσε ότι το καλοκαίρι θα φύγει για να αποφορτίσει το σύλλογο από κάθε συζήτηση σχετική με τις όποιες ευθύνες του για λάθη στον εφετινό σχεδιασμό – λάθη που σίγουρα γίνανε. Ο Σουάρες δήλωσε πως πιστεύει στην ανατροπή και την ίδια στιγμή ζήτησε από το Μέσι να υπογράψει την ανανέωση του συμβολαίου του για να μην χαλάσει αυτό το ωραίο που στη Βαρκελώνη συμβαίνει. Μετά την τεσσάρα που δέχτηκαν στο Παρίσι, κέρδισαν εκτός έδρας την Ατλέτικο Μαδρίτης, έβαλαν έξι γκολ στην Σπόρτινγκ Χιχόν και κέρδισαν με 5-0 την Θέλτα. Το Σάββατο ενώ η Παρί ίδρωσε να κερδίσει τη Νανσί με 1-0, αυτοί κόντρα στη Θέλτα κυνηγούσαν τα γκολ μέχρι το τέλος: καμία οικονομία δυνάμεων, καμία συντήρηση – μόνο γκάζι. Την Παρί την έχουν αποκλείσει όποτε τη βρήκαν, όμως η πρωταθλήτρια Γαλλίας δεν είχε προπονητή τον Εμερι που τους Καταλανούς τους ξέρει καλά.
Στο ποδόσφαιρο είναι άλλο το «βάζω πέντε γκολ» κι άλλο το «βάζω πέντε γκολ, όταν πρέπει τόσα να βάλω για να προκριθώ» – μην στέκεστε στον αριθμό των γκολ, αλλά στη διαφορά ανάμεσα στη διασκέδαση και στην υποχρέωση. Άλλο είναι το παίζω τη μπάλα μου και διαλύω ένα αντίπαλο (που καμιά φορά κατεβαίνει ανυποψίαστος ή με την σιγουριά της ήττας, όπως η κακομοίρα η Θέλτα το Σάββατο) κι άλλο είναι βάζω γκολ σε κάποιον που υπερασπίζεται το δικό του αβαντάζ: το ματς με την Παρί μοιάζει πραγματικά το τέλος του κύκλου. Αλλά από την άλλη αυτή η προσμονή του θαύματος έχει κάτι το απερίγραπτα μοναδικό: αδυνατώ να το περιγράψω, περιμένω να το δω, γνωρίζοντας πως δεν υπάρχουν κατά παραγγελία θαύματα. Αλλά γνωρίζοντας και ότι η Μπάρτσα αυτών των χρόνων είναι ένα θαύμα θαυμάτων, που πολλές φορές σε έκανε να τρίβεις τα μάτια σου.
πηγή: karpetshow.gr