Mετά την απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου τον Δεκέμβριο του 1995 στην υπόθεση Μποσμάν, πολλά μεγέθη πήραν τον ανήφορο. Εκτός από τις αμοιβές των ποδοσφαιριστών, τα μεταγραφικά κόστη, τις προμήθειες των μάνατζερ και τα έξοδα των ομάδων, αυξήθηκε και το αγωνιστικό δυναμικό τής κάθε ομάδας, αυτό που ονομάζουμε ρόστερ.
Το ποδόσφαιρο άρχισε να γίνεται δυνατό, ανταγωνιστικό και οι διακρίσεις άρχισαν να φέρνουν χρήμα. Οι ομάδες άρχισαν να δίνουν όλο και περισσότερα παιχνίδια για να ικανοποιούν και την τηλεόραση, που πλήρωνε αδρά τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Τα πολλά παιχνίδια, σε έντονο ρυθμό, είχαν αποτέλεσμα συχνούς τραυματισμούς, έτσι που η διεύρυνση του ρόστερ -και με τις δυνατότητες που πρόσφερε πλέον ο νόμος Μποσμάν στις μεταγραφές- έγινε μονόδρομος. Και το μεγάλο ρόστερ έφερε στην ποδοσφαιρική πραγματικότητα το ροτέισον και τους πονοκεφάλους περί ομοιογένειας.
Παντως, μεγαλύτερο ρόστερ σήμαινε περισσότερες επιλογές, αλλά σταδιακά αυτή την επιλογή έφτασαν να έχουν μόνο εκείνοι που είχαν τις οικονομικές δυνατότητες για να συντηρήσουν ένα μεγάλο ρόστερ. Το γεγονός αυτό μπορεί να μεγάλωνε την απόσταση ανάμεσα στους ισχυρούς και τους αδύνατους, αλλά -όπως αποδείχτηκε- δεν είναι πάντα η καλύτερη λύση για να αντέξει την πίεση και την κούραση μία ομάδα μέχρι το τέλος. Επειτα από μία δεκαετία, περίπου, της κυριαρχίας τής πρακτικής του μεγάλου ρόστερ, πολλοί προπονητές αναθεώρησαν την επιλογή αυτή και προτίμησαν να στηρίζονται σε ένα αγωνιστικό δυναμικό που δεν ξεπερνούσε τους 25-27 ποδοσφαιριστές.
Μετά ήρθαν και οι περιορισμοί της ΟΥΕΦΑ στο ρόστερ με τη συμπερίληψη των νεαρών και των γηγενών για τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, αρχικά. Μετά και τα εθνικά πρωταθλήματα άρχισαν να υιοθετούν τους δικούς τους περιορισμούς, δίνοντας, αν και όχι όλα, βάρoς στους ποδοσφαιριστές που προέρχονται από τις ακαδημίες. Φυσικά, ακόμη και με τον αριθμητικό περιορισμό, οι αποστάσεις μεταξύ ισχυρών και αδύνατων δεν μειώθηκαν, το αντίθετο μάλιστα, αφού ανέβηκαν οι τιμές των ποδοσφαιριστών, ενώ οι νεαροί ταλαντούχοι που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν μία θέση στο ρόστερ δίνονταν δανεικοί, θυσιαζόμενοι για έναν έτοιμο ποδοσφαιριστή. Ο περιορισμός του ρόστερ έφερε στην επιφάνεια και μία άλλη τάση στην τακτική και τη συγκρότηση του ρόστερ.
Οι προπονητές έχοντας να χρησιμοποιήσουν μικρότερο αριθμό ποδοσφαιριστών, άρχισαν να χρησιμοποιούν ποδοσφαιριστές που μπορούσαν να παίζουν περισσότερες από μία θέσεις. Η τάση αυτή που είναι πλέον πραγματικότητα, παρατηρείται σε μεγαλύτερη έκταση σε ομάδες που είτε δεν έχουν πολλά χρήματα είτε οι χώρες τους πλήττονται πιο πολύ από την οικονομική κρίση. Από την άλλη, όμως, επιτρέπει στους προπονητές μεγαλύτερη ευελιξία στις επιλογές των τακτικών σχηματισμών.
πηγή: sday.gr