Με τους αληθινά μεγάλους ποδοσφαιριστές μου συμβαίνει συχνά ότι και με τους μεγάλους ηθοποιούς. Δεν θυμάμαι την πρώτη στιγμή που τους είδα, αλλά θυμάμαι την πρώτη φορά που τους ξεχώρισα – δεν θυμάμαι την πρώτη παρουσία τους, αλλά θυμάμαι την πρώτη φορά που με μάγεψε η ερμηνεία τους. Δεν αναφέρομαι σε έρωτες κεραυνοβόλους, δηλαδή σε ποδοσφαιριστές που με έχουν κάνει να τους παρακολουθώ φανατικά γιατί για ακατανόητους λόγους με μάγεψαν άμα τη εμφανίσει, αλλά μιλάω για εκείνους, που σε ένα παιγνίδι ξαφνικά μεταμορφώθηκαν σε σούπερ ήρωες κι όπως ακριβώς και οι πραγματικοί σούπερ ήρωες (συγχωρείστε μου την αφέλεια…) με έκαναν να αναρωτιέμαι από ποιο σύμπαν προέκυψαν δημιουργώντας μου ένα πλήθος από ερωτήσεις του τύπου «ποιος είναι ετούτος εδώ», «τι διάβολο κάνει», «τι έχει κάνει στην καριέρα του μέχρι τώρα», «γιατί δεν φοράει μάσκα ή έστω μια μπέρτα» και αν άραγε υπάρχει ένας κρυπτονίτης, που του δημιουργεί πρόβλημα.
Η πρώτη φορά που τον είδα
Με τον Γκάρεθ Μπέιλ ξετρελάθηκα για πρώτη φοράμ όταν τον είδα με τη φανέλα της Τότεναμ σε ένα ματς του Τσάμπιονς λιγκ κόντρα στην Ιντερ του Μπενίτεθ – σεζόν 2010-11, τρίτη αγωνιστική. Οι Ιταλοί είχαν πάρει τη νίκη με 4-3, αλλά ο πραγματικός κερδισμένος ήταν ο Ουαλός, που αν και αγωνίζονταν ως αριστερό μπακ είχε τρελάνει τον σπουδαίο Μαϊκόν και είχε πετύχει τρία γκολ με ισάριθμα σουτ με το αριστερό, οπλίζοντας και πυροβολώντας. Εψαξα τα στοιχεία του, τον καταχώρησα στο μυαλό μου ως ένα σπουδαίο αριστερό μπακ, τον παρακολουθούσα να παίζει το ανέμελο ποδόσφαιρό του στην Πρέμιερ λιγκ. Μου άρεσαν οι κλασικές βρετανικές υπερβολές, που ανακάλυψα και που τον συνόδευαν. Επαιζε ράγκμπι και κρίκετ, έτρεχε ως 14χρονος τα 100 μέτρα σε 11.12, θεωρούνταν ο πιο γρήγορος παίκτης στο νησί με τη μπάλα στα πόδια πιάνοντας ταχύτητες του τύπου 36 χιλιόμετρα την ώρα (!), μεγάλωσε με το πόστερ του Ράιαν Γκίγκς – του μόνου εν ζωή Ουαλού εθνικού ήρωα. Μετά ήρθε ο Βίλας Μπόας στην Τότεναμ είπε ότι παιδί με τέτοιο ταλέντο δεν μπορεί να παίζει στην άμυνα, τον ανέβασε στη γραμμή της επίθεσης, τον είδε να πετυχαίνει 26 γκολ σε 44 ματς μέσα στο 2013. Όταν η Ρεάλ Μαδρίτης έδωσε 100 εκατ ευρώ για να τον αποκτήσει, πίστευα πως αυτή η εξέλιξη ήταν άδικη για το παιδί από το Κάρντιφ, γιατί ο κόσμος θα τον κρίνει πλέον στο εξής, όχι για αυτό που κάνει, αλλά για αυτό που κόστισε. Όμως ο άνθρωπος των 100 εκατ ευρώ αποδείχτηκε πραγματικό θηρίο: αυτή η μεταγραφή, που άλλους θα τους διέλυε, φορτώνοντας τους με το στρες να αποδείξουν ότι αυτά τα χρήματα τα αξίζουν, για τον Μπέιλ έγινε η ευκαιρία του για εκτόξευση. Τρία χρόνια μετά το καλοκαίρι του 2013, δηλαδή μετά τη στιγμή που όλη η Ευρώπη αναρωτιόταν αν τα αξίζει αυτά τα χρήματα, ο Μπέιλ είναι ίσως ο μοναδικός αληθινός σταρ του Euro, που παρακολουθούμε, ο μοναδικός από τους top players του τουρνουά που δικαιολογεί σε κάθε του εμφάνιση τα καλά λόγια που τον συνοδεύουν, ο μοναδικός που για την ώρα έχει κάνει κάτι αληθινά σπουδαίο βοηθώντας καθοριστικά την μικρή και πρωτάρα Ουαλία να προκριθεί στα προημιτελικά.
Ο Μπέιλ έρχονταν από ένα τελικό του Τσάμπιονς λιγκ, που τον τελείωσε κουτσαίνοντας. Ο κόσμος αναρωτιόνταν το βράδυ που η Ρεάλ κέρδισε στο Σαν Σίρο το ενδεκάτο γιατί τον άφησαν να χτυπήσει πέναλτι, ενώ δυσκολεύονταν να σταθεί όρθιος: δεν τον άφησε κανένας, απλά κανένας δεν τόλμησε να του πει όχι. Πίστευα πως δύσκολα θα τον δούμε στο Euro, αλλά ο Μπέιλ είναι ένας τύπος πέρα από τη λογική: βρήκε δυνάμεις, άλλαξε λίγο το ρόλο του σε σχέση με το πώς παίζει στη Ρεάλ και πήγε στη Γαλλία για να κάνει αυτό που ξέρει, δηλαδή τη διαφορά. Είναι ηγέτης και σκόρερ, είναι ομαδικός όσο λίγοι: κυρίως δεν κρύβεται. Σκοράροντας βοήθησε την Ουαλία να προχωρήσει, παίζοντας όσο καλά μπορεί βοήθησε τον κόσμο να κατανοήσει την αξία του περισσότερο. Είναι ο μόνος που μπορεί να σε πείσει στο Euro ότι ακόμα και στο σύγχρονο ποδόσφαιρο υπάρχει περιθώριο να δούμε ένα one man show, αρκεί να υπάρχει ο κατάλληλος σολίστας: δηλαδή αυτός.
Είναι το καλοκαίρι του
Σε ένα καλοκαίρι που ο Μέσι κλαίει και αποχαιρετά την Εθνική Αργεντινή στρεσαρισμένος, που ο Ρονάλντο κεντράρει ευκολότερα τις τηλεοπτικές κάμερες από την εστία και πανηγυρίζει τα πέναλτι των συμπαικτών του με αναστεναγμούς, σε ένα καλοκαίρι που ο Ρούνεϊ απέτυχε να γίνει ο ηγέτης των Αγγλών κι ο Μίλερ ψάχνει το πρώτο του γκολ σε πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα, ο Μπέιλ γράφει ιστορία. Η ετικέτα του παίκτη των 100 εκατ ευρώ έναν άλλο θα τον είχε διαλύσει: ο Ουαλός στη Ρεάλ δεν έφερνε στις αποσκευές του Χρυσές Μπάλες και κατακτήσεις πρωταθλημάτων που θα δικαιολογούσαν τη δαπάνη, αλλά μόνο το καλό του όνομα – ό,τι δηλαδή στο ποδόσφαιρο φθίνει σε χρόνο ρεκόρ. Στη Ρεάλ δυσκολεύτηκε λίγο στην αρχή, αλλά όταν βρήκε τα πατήματα του έδειξε ποιος είναι: όποιος κάνει τη διαφορά στην ομάδα αυτή, αντέχοντας το βάρος μιας ιστορίας στην οποία ο θρίαμβος είναι ο κανόνας, μπορεί να κάνει τα πάντα και στην Εθνική ομάδα. Ακόμα και στην Εθνική Ουαλίας, που πριν τον Μπέιλ ήταν γνωστή ως ένα είδος φυλακής του Ράιαν Γκίγκς.
Ο Μπέιλ απολαμβάνει τους θριάμβους του, είναι ευχαριστημένος με τη ζωή του κι αυτό είναι το μυστικό του. Δεν τον τσάκισε η απαίτηση μιας χώρας να διακριθεί, δεν κουβαλάει ένα στρατό από οικονομολόγους, επικοινωνιολόγους και λογιστές, δεν αισθάνεται ότι έχει πάνω του τα μάτια της οικουμένης – κι ας τα έχει. Στις φωτογραφίες που παίζει με την κόρη του βλέπεις ένα άνθρωπο που έχει καταλάβει το νόημα της ζωής: το ποδόσφαιρο είναι το μέσο του προς την ευτυχία, η τύχη του, ο τρόπος για να κάνει τους δικούς του ανθρώπους χαρούμενους. Ο Μπέιλ, που παίζει στην Ισπανία (ή ίσως επειδή παίζει στην Ισπανία) είναι ο μοναδικός αληθινός πρεσβευτής των αξιών του βρετανικού ποδοσφαίρου, που ήταν πάντα ένα κράμα ταλέντου, δύναμης κι ανεμελιάς – ο καλύτερος τρόπος που είχε το νησί για να δείχνει στους Ευρωπαίους πόσο ξέρει να διασκεδάζει και να τους κάνει να ζηλεύουν. Σήμερα οι Αγγλοι αυτό τον τρόπο δεν τον έχουν – ο Μπέιλ τον έχει. Ο Μπέιλ είναι βρετανός και ευρωπαίος και για αυτό ξεχωρίζει. Αν οι Αγγλοι είχαν τέτοιους θα είχαν και διακρίσεις. Αλλά τους λείπουν κι όχι μόνο στο ποδόσφαιρο…