Κάθε καλοκαίρι ακούγεται το ίδιο επιχείρημα. Μεγάλες μεταγραφές σημαίνει μεγάλες επιτυχίες, ανάπτυξη. Αυτό, όμως, είναι μέρος της αλήθειας. Μιας αλήθειας ισοδύναμης με το επιχείρημα ότι μία Φεράρι μπορεί να πιάσει τις τελικές της και να ξεδιπλώσει τις δυνατότητές της πανω σε έναν καρόδρομο. Η Φεράρι και κάθε ανάλογό της σε ποδοσφαιριστή, αν δεν έχουν δρόμους, δεν δείχνουν απολύτως τίποτα. Στο σύγχρονο περιβάλλον του επαγελματικού ποδοσφαίρου είναι δεδομένο πως δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους ανάπτυξη, αν δεν δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες που θα βάζουν τις βάσεις για υγιή ανταγωνιστικότητα, μεταξύ των ομάδων-επιχειρήσεων.
Ομως κανενός είδους ανάπτυξη δεν μπορεί να πετύχει μια ομάδα, εφόσον δεν διαθέτει δικό της, ιδιόκτητο γήπεδο. Η σημασία που απέκτησε το γήπεδο στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου διαφάνηκε από τις προτάσεις της επιτροπής του λόρδου Τέιλορ, η οποία συστάθηκε για να διερευνήσει τα αίτια της τραγωδίας στο «Χίλσμπορο». Ο εκσυγχρονισμός των αγγλικών γηπέδων, που συνέπεσε με το μπάσιμο της τηλεόρασης, λειτούργησε σαν τρέιλερ για τη βελτίωση των γηπέδων και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ετσι, πολλά γήπεδα άρχισαν να ανακατασκευάζονται και να χτίζονται καινούργια, προσφέροντας πολύ καλύτερες συνθήκες για τους θεατές.
Παράλληλα, άρχισε να αλλάζει και η αρχιτεκτονική των γηπέδων. Από τα μεγάλα στάδια τα οποία είχαν σαν βασικό τους πλεονέκτημα τη μεγάλη χωρητικότητα περάσαμε σε γήπεδα με μικρότερη χωρητικότητα αλλά σε αυτό που λένε «πολυλειτουργικά». Η αλλαγή αυτή στα γήπεδα, όπου συνέβη, άρχισε να αλλάζει και το ποδόσφαιρο, ενισχύοντας τα εμπορικά του χαρακτηριστικά και ανεβάζοντας τους μέσους όρους εισιτηρίων.
Καλύτερες και περισσότερες υπηρεσίες στους φιλάθλους έφεραν αλλαγή στον τρόπο διάθεσης των εισιτηρίων, αφού τα πακέτα των εισιτηρίων διαρκείας καλύπτουν, πλέον, τον μεγαλύτερο όγκο διάθεσης των εισιτηρίων και σε μερικές περιπτώσεις αποτελούν τον αποκλειστικό τρόπο διάθεσης. Το κυριότερο; Τα νέα γήπεδα, άρχισαν να ισχυροποιούν τις ομάδες. Χωρίς ιδιόκτητο γήπεδο καμία ομάδα δεν μπορεί να απαλλαγεί από το οικονομικό άγχος και φυσικά, δεν μπορεί να έχει φιλοδοξίες για διακρίσεις. Στην οικονομία του ποδοσφαίρου, υπάρχει ένας κανόνας που μιλάει για το 1/3.
Σύμφωνα με αυτόν, από το συνολικό ποσό των εσόδων που έχει μία ομάδα, το 1/3 πρέπει να προέρχεται από τα εισιτήρια, το 1/3 από τα τηλεοπτικά δικαιώματα και το υπόλοιπο από το μάρκετινγκ. Φυσικά, η πολιτική που αφορά την τιμή αλλά και τον τρόπο διάθεσης του εισιτηρίου, πέραν του γεγονότος ότι είναι από τις πιο βασικές στον οικονομικό σχεδιασμό, βρίσκεται σε ευθεία σύνδεση και με το γήπεδο μίας ομάδας.
Το γήπεδο και το «προϊόν»
Δεν είναι, όμως, μόνο τα εισιτήρια -και ιδίως τα έσοδα από αυτά- που φέρνει ένα νέο γήπεδο. Είναι οι επιπλέον δυνατότητες εσόδων που προσφέρει (διαφημίσεις, ονοματοδοσία κλπ.). Τι μπορεί να συμβεί στην ανταγωνιστικότητα των πρωταθλημάτων όπου δημιουργούνται νέα ή αναπαλαιώνονται τα παλαιά γήπεδα μπορούμε να το δούμε, συγκριτικά, σε Πρέμιερ Λιγκ και Καμπιονάτο. Το ιταλικό ποδόσφαιρο που διεξάγεται σε γερασμένα και άδεια γήπεδα έχει μείνει πολύ πίσω σε ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Τελευταία, νέοι (Ρόμα) ή παλιοί ιδιοκτήτες (Γιουβέντους-στη φωτό ο Αντρέα Ανιέλι)) βλέπουν ότι η δυναμική που προσφέρει ένα νέο γήπεδο είναι απαραίτητη και προχωρούν στις απαραίτητες επενδύσεις. Η έκθεση της Deloitte & Touch για τη διάρθρωση των εσόδων των 20 πλουσιότερων ομάδων δείχνει ξεκάθαρα ότι οι ομάδες με την οικονομική υγεία είναι εκείνες που εισπράττουν από την εκμετάλλευση του ιδιόκτητου γηπέδου τους, ένα ποσοστό που κυμαίνεται από το 35%-50%.