Οι μεταγραφές και η ενίσχυση των ομάδων είναι το καύσιμο της φαντασίας και μαζί με τα φιλικά, πυροδοτούν ατελείωτες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις ενώ είναι η πιο «εμπορική» περίοδος για τα media. Η διεύρυνση των πηγών πληροφόρησης και η διάχυση των πληροφοριών στο σύγχρονο περιβάλλον της επικοινωνίας επιτρέπει στους οπαδούς να παίξουν τον ρόλο του προπονητή, χαρακτηριστικό που ενισχύεται και από την εξοικείωση των οπαδών με τα αθλητικά παιχνίδια προσομοίωσης σε υπολογιστικό περιβάλλον. Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη, αφορά τις ομάδες. Η μεταγραφική περίοδος αποκαλύπτει την ποιότητα και το βάθος του σκάουτινγκ -της ανίχνευσης στόχων- που έχουν πραγματοποιήσει οι ομάδες, το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Η ανίχνευση των στόχων συνδέεται με τον σωστό εντοπισμό των αγωνιστικών αδυναμιών της ομάδας και το δίκτυο του σκάουτινγκ που έχει διαμορφώσει. Σε αυτό το δίκτυο, φυσικά, εντάσσονται και οι σχέσεις που έχουν διαμορφώσει οι ομάδες με τους μάνατζερ, σχέσεις που ισχυροποιούνται με την εμπιστοσύνη. Υπάρχουν ομάδες που δεν έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν το δικό τους δίκτυο ανιχνευτών και αναγκαστικά, αποκτούν ποδοσφαιριστές από τις προτάσεις των μάνατζερ. Ελπίζουν μόνο, όταν δεν γνωρίζουν τον ποδοσφαιριστή που τους προτείνεται ή δεν τον έχουν δει αγωνιζόμενο, να διαβάζουν σωστά τις πληροφορίες που τον συνοδεύουν.
Βέβαια, είναι κατανοητό ότι το εύρος των επιλογών των στόχων μίας ομάδας καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις δυνατότητές της. Η επιτυχία της ανίχνευσης, όμως, εξαρτάται από τη σωστή ανάλυση των δεδομένων που αφορούν τον μεταγραφικό στόχο. Αν το scouting για τους ποδοσφαιρικούς στόχους είναι σημαντικό, για τους προπονητές που θα διαχειριστούν το ποδοσφαιρικό υλικό, είναι πολύ μεγαλύτερης σπουδαιότητας. Η επιλογή του προπονητή καθορίζεται από τον χαρακτήρα της ομάδας. Αλλες ικανότητες ζητεί από έναν προπονητή μία ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό και διαφορετικές, μία ανερχόμενη ομάδα.
Η αλλαγή των χαρακτηριστικών του ποδοσφαίρου τα τελευταία χρόνια και τα πολλα χρήματα που έφερε η τηλεόραση στα ταμεία των ομάδων διαμόρφωσε ένα πολύ πιο σκληρό και απαιτητικό περιβάλλον για τους προπονητές. Δεν αρκεί μόνον η καλή τακτική συγκρότηση και οι γνώσεις αλλά και η ικανότητές τους στην οικονομική διαχείριση, την ψυχολογία, το ταλέντο στην επιλογή των άμεσων συνεργατών τους, οι επικοινωνιακές τους ικανότητες και οι σχέσεις τους με μάνατζερ και με άλλους προπονητές.
Η περίπτωση του Γιούργκεν Κλοπ
Ηταν Φεβρουάριος του 2008. Το Αμβούργο είχε έρθει σε καταρχήν συμφωνία με τον Γιούργκεν Κλοπ για τη χρονική διάρκεια του συμβολαίου συνεργασίας τους, όπως και για τις αμοιβές του. Εκείνο που έλειπε για να ολοκληρωθεί η συνεργασία τους ήταν η αναφορά των σκάουτερ του Αμβούργου για τα χαρακτηριστικά του Κλοπ. Η αναφορά ήρθε και έκανε λόγο για έναν τύπο με πολύ παράξενη συμπεριφορά, που συνηθίζει να φορά σκισμένα παντελόνια τζιν, που συχνά παρουσιάζεται αξύριστος, δεν ακολουθεί τους κανόνες και δεν δέχεται παρεμβάσεις. Καμία εκτίμηση για το αγωνιστικό του όραμα, την οργάνωση και τον τρόπο της δουλειάς του, τη γνωστική του συγκρότηση. Η ομάδα του μεγάλου γερμανικού λιμανιού αποφάσισε να μη «ρισκάρει» και ο Κλοπ έκλεισε με την Ντόρτμουντ και έφτιαξε μία από τις πιο ωραίες ομάδες των τελευταίων χρόνων. Το Αμβούργο από τότε έχει αλλάξει 13 προπονητές και κινδύνεψε με υποβιβασμό.